«Κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε διαδοχικές πρωτοφανείς κρίσεις» - Συνέντευξη Διοικητή Κεντρικής Τράπεζας

Ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κωνσταντίνος Ηροδότου μιλά στο Economy Today για την πανδημία, την RCB, τα υποκαταστήματα των λιβανέζικων τραπεζών, τη νομισματική πολιτική και τις προκλήσεις της κυπριακής οικονομίας.

Συνέντευξη στον Ξένιο Μεσαρίτη

Φωτογραφίες: Στέφανος Στεφάνου

Η πανδημία, η τραπεζική κρίση στον Λίβανο, η διαχείριση της υπόθεσης της RCB μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και οι πολλαπλές αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ είναι κάποια από τα σημεία ορόσημα που καθόρισαν τη θητεία του Κωνσταντίνου Ηροδότου ως διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας στη συνέντευξή του στο Economy Today μιλά για τις αλλεπάλληλες κρίσεις που κλήθηκε να διαχειριστεί από τον Απρίλη του 2019, όταν ανέλαβε το τιμόνι της Κεντρικής Τράπεζας. Αναφέρεται στην πορεία της κυπριακής οικονομίας που από τη βαθιά οικονομική κρίση έφτασε αισίως στην ανάκαμψη, τονίζοντας παράλληλα ότι δεν πρέπει να εφησυχάζουμε αλλά να είμαστε σε εγρήγορση. Ως προς το υψηλό ιδιωτικό χρέος, ο Κωνσταντίνος Ηροδότου, τονίζει ότι αποτελεί τροχοπέδη στην εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας αλλά είναι μία μακρόχρονη παθογένεια του συστήματος, η οποία χρήζει αποφασιστικής αντιμετώπισης. Όσον αφορά τις αυξήσεις επιτοκίων από τις αρχές στη Φρανκφούρτη αναφέρει ότι ο κύκλος της αύξησης επιτοκίων αναμένεται να έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, δεδομένης της υφιστάμενης διόρθωσης των πληθωριστικών πιέσεων. Η συνέντευξη του Κωνσταντίνου Ηρόδοτου που ακολουθεί είναι από τις ελάχιστες που έχει δώσει συμπληρώνοντας σχεδόν 54 μήνες θητεία ως Κεντρικός Τραπεζίτης κρατώντας χαμηλό προφίλ, μακριά από τις έντονες μετωπικές συγκρούσεις των προκατόχων του αλλά όπως φαίνεται αντιμετωπίζοντας επιτυχώς πρωτόγνωρες κρίσεις.

Η κυπριακή οικονομία από το 2012 μέχρι το 2018 κατατασσόταν στην κατηγορία «σκουπίδια» από τους 4 οίκους αξιολόγησης. Εκτός του οίκου Moody’s οι υπόλοιποι τρεις έχουν επαναφέρει την Κύπρο σε επενδυτική βαθμίδα. Τι αναμένετε τους επόμενους μήνες από τους οίκους αξιολόγησης και πώς σχολιάζετε την πορεία που έχουμε διανύσει;

Η ισχυρή και γρήγορη ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας μετά την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία προσμετρήθηκε θετικά από τους οίκους αξιολόγησης. Η κυπριακή οικονομία απέδειξε ότι είναι ανθεκτική και ευέλικτη στους κλυδωνισμούς καταγράφοντας πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2021 (6,6%) και 2022 (5,6%). Το 2023 αναμένεται σχετική μείωση στον ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ, γύρω στο 2,6%, που παραμένει όμως συγκριτικά υψηλός σε σχέση με τις επιδόσεις των υπόλοιπων χωρών της Ε.Ε. αλλά και σε σχέση με την ευρωζώνη (ρυθμός ανάπτυξης 0,9% για το 2023, σύμφωνα με προβλέψεις Ιουνίου 2023 της ΕΚΤ). Στη βελτίωση της πιστοληπτικής αξιολόγησης προσμέτρησε θετικά επίσης και η βελτίωση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, το οποίο οι οίκοι αξιολόγησης το θεωρούν σημαντικό για την αξιολόγηση της οικονομίας της χώρας, αφού το ποσοστό των Μη Εξυπηρετούμενων Χορηγήσεων (ΜΕΧ) ως ποσοστό του συνόλου χορηγήσεων μειώθηκε στο 9,0% στο τέλος του 2023Q1 από 27,9% στο τέλος του 2019.

Βασικές παράμετροι για συνέχιση της θετικής πορείας της αξιολόγησης της επενδυτικής βαθμίδας της Κύπρου από τους οίκους αξιολόγησης είναι (α) η  συνέχιση και ενίσχυση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, με την καταγραφή δημοσιονομικών πλεονασμάτων και την καθοδική πορεία του δείκτη δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, (β) μείωση του χρέους του ιδιωτικού τομέα, (γ) η συνέχιση της βελτίωσης της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών και (δ) βελτίωση του εμπορικού ελλείμματος, αφού η Κύπρος είναι εξαρτημένη από τις εισαγωγές καυσίμων αλλά και άλλων καταναλωτικών, ενδιάμεσων και κεφαλαιουχικών αγαθών, οι τιμές των οποίων καθορίζονται από τις διεθνείς αγορές.

Οι μέχρι στιγμής καλές επιδόσεις της κυπριακής οικονομίας δεν πρέπει να μας εφησυχάσουν, αλλά η συνεχής παρακολούθηση και εγρήγορση είναι απαραίτητη για τη διατήρηση μιας ανθεκτικής και ευέλικτης οικονομίας.

Η μείωση των κόκκινων δανείων στις τράπεζες και το ψηλό ιδιωτικό χρέος

Το ιδιωτικό χρέος στην Κύπρο παραμένει από τα ψηλότερα στην Ευρώπη όσον αφορά το εγχώριο ΑΕΠ. Ποιες οι προτάσεις της Κεντρικής Τράπεζας για τη διαχείριση του υψηλού ιδιωτικού χρέους αλλά και των ΜΕΔ τα οποία παρά το ότι παραμένουν στην πλειοψηφία τους εκτός τραπεζικού συστήματος, ξεπερνούν τα 24 δισεκατομμύρια ευρώ;

Σχετικά με την εξέλιξη του ιδιωτικού χρέους στην Κύπρο, ο δείκτης χρέους του μη χρηματοοικονομικού ιδιωτικού τομέα (συνολικά χρέη νοικοκυριών και μη-χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων) σε σχέση με το ΑΕΠ ήταν 218% το πρώτο τρίμηνο του 2023, παρουσιάζοντας μείωση κατά 38% από το υψηλότερο επίπεδο του 353% το πρώτο τρίμηνο του 2015. Παρά τη σημαντική μείωση που επιτεύχθηκε, το χρέος του ιδιωτικού τομέα στην Κύπρο είναι ακόμη υψηλό συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της ζώνης του ευρώ. Οι μεγάλες πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων σε εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων (ΕΕΠ)  έχουν βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών, αλλά εξακολουθούν να επιβαρύνουν την πραγματική οικονομία. Περαιτέρω μείωση του χρέους αναμένεται με την επίλυση των δανείων που διαχειρίζονται οι ΕΕΠ.

Είναι επίσης γεγονός ότι στο σημερινό οικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από υψηλό πληθωρισμό, υψηλά δανειστικά επιτόκια και μεγάλο ποσοστό δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο καθώς και γεωπολιτική αβεβαιότητα, υπάρχουν κίνδυνοι για τη διατήρηση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων και συνεπώς για το ιδιωτικό χρέος. Ωστόσο, οι συνετές δανειοδοτικές πολιτικές των τραπεζών τα τελευταία χρόνια, καθώς και τα ισχύοντα μακροπροληπτικά μέτρα της ΚΤΚ, όπως ο δείκτης εξυπηρέτησης χρέους ως προς το διαθέσιμο εισόδημα, φαίνεται να θωρακίζουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της χώρας, με το ποσοστό μη εξυπηρέτησης των νέων δανείων να παραμένει μέχρι στιγμής χαμηλό.

Συμφωνώ βέβαια ότι το ύψος του ιδιωτικού χρέους αποτελεί τροχοπέδη στην εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας αλλά είναι μία μακρόχρονη παθογένεια του συστήματος η οποία χρήζει αποφασιστικής αντιμετώπισης. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο η Κεντρική Τράπεζα έχει προβεί σε μία σειρά ενεργειών που αποσκοπούν αφενός στη δραστική μείωσή του σε αποδεκτά επίπεδα και αφετέρου στην αποτροπή συσσώρευσης νέων μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων, χωρίς όμως να πλήττεται ή να επηρεάζεται δυσμενώς η ικανότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων να στηρίζουν την πραγματική οικονομία μέσω της διοχέτευσης νέου δανεισμού σε υγιείς επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Πιο συγκεκριμένα, έχουμε προβεί σε σωρεία συστάσεων και παραινέσεων στα πιστωτικά ιδρύματα όπως προβαίνουν σε έγκαιρες, γρήγορες και βιώσιμες αναδιαρθρώσεις σε περίπτωση όπου οι δανειολήπτες βρίσκονται σε δυσμενή οικονομική θέση, κάτι που όχι απλά αποτελεί τη βέλτιστη λύση για τους δανειολήπτες αλλά αποτελεί και την πλέον συμφέρουσα οδό και για τις ίδιες τις τράπεζες. Καταλυτικό ρόλο ασφαλώς στην όλη προσπάθεια φέρει και το νομικό πλαίσιο το οποίο θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από σταθερότητα, απλότητα αλλά και ταχύτητα ούτως ώστε να αποφύγουμε τα λάθη του παρελθόντος. Παράλληλα, έχουμε υιοθετήσει πλήρως τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών όσον αφορά τα κριτήρια παροχής νέου δανεισμού, τα οποία σε αντίθεση με την πρακτική παλαιότερων εποχών, βασίζονται πλέον στην ικανότητα αποπληρωμής και όχι στην αξία της εξασφάλισης. Βλέπουμε με ικανοποίηση ότι οι νέες διευκολύνσεις που δόθηκαν από τις τράπεζες τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζονται από πολύ χαμηλά ποσοστά αθέτησης, κάτι που συνέτεινε στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων στην οικονομία και στα νοικοκυριά.

Καταληκτικά θέλω να επισημάνω την ανάγκη εκσυγχρονισμού των δικαστικών διαδικασιών ώστε η απονομή της δικαιοσύνης να γίνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Μια τέτοια εξέλιξη θα υποβοηθήσει σημαντικά τη μείωση του ιδιωτικού χρέους.

Πανδημία   

Η κυπριακή οικονομία αντιμετώπισε μία από την μεγαλύτερη ύφεση στην ιστορία της με την πανδημία του κορωνοϊού. Ποια είναι τα διδαχθέντα μαθήματα από την περίοδο των Lockdowns και τι θα αλλάζατε στις κινήσεις που έγιναν από την πλευρά της Κεντρικής Τράπεζας στη διαχείριση της κρίσης;

Όντως, η οικονομία αλλά και η κοινωνία στο σύνολό της, βρέθηκε ενώπιον πρωτόγνωρων προκλήσεων και καταστάσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Και αν κάτι ξεχωρίζει από τα διδάγματα που αποκομίσαμε από αυτή την περίοδο είναι ακριβώς ότι οι πρωτόγνωρες συνθήκες απαιτούν και τα αντίστοιχα πρωτόγνωρα μέτρα. Μέτρα, που θα έπρεπε αφενός να διασφαλίζουν τη χρηματοοικονομική σταθερότητα μέσω της διατήρησης της ευρωστίας του τραπεζικού τομέα και αφετέρου τη στήριξη της κοινωνίας μέσω της προστασίας των δανειοληπτών και της διοχέτευσης ρευστότητας στην πραγματική οικονομία. Αυτές οι αρχές λειτούργησαν σαν πυξίδα στις όποιες δύσκολες αποφάσεις λάβαμε εντός εκ των πραγμάτων στενότατων χρονοδιαγραμμάτων. Ήταν, επίσης, σημαντική η άμεση λήψη των μέτρων ώστε να διασφαλιστεί έγκαιρα η στήριξη της οικονομίας και η εμπιστοσύνη του κόσμου.

Σχεδιάσαμε και υλοποιήσαμε, σε απόλυτη συνεργασία με τις ευρωπαϊκές αλλά και τις εγχώριες αρχές, το πρόγραμμα αναστολής δόσεων (μορατόριουμ), κάτι που βρήκε μεγάλη απήχηση από τους δανειολήπτες. Περίπου το 50% (€11 δις.) των εξυπηρετούμενων χορηγήσεων εντάχθηκε στο εν λόγω πρόγραμμα, διαδραματίζοντας σημαίνοντα ρόλο τόσο στην προστασία των δανειοληπτών όσο και της οικονομίας και των τραπεζών από ένα ενδεχόμενο νέο κύμα μη εξυπηρετούμενων δανείων. Παράλληλα, εξαντλήσαμε στο έπακρον τα μέσα που διαθέταμε  για τη στενή παρακολούθηση της εξέλιξης της ποιότητας των δανείων, υιοθετώντας τις αντίστοιχες κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Έτσι διασφαλίσαμε  αφενός τη συνετή επιμέτρηση του πιστωτικού κινδύνου και αφετέρου, τη διατήρηση της κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων, αποφεύγοντας την επιδείνωσή της  λόγω επαυξημένων προβλέψεων.

Δρώντας επίσης εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων μας, προβήκαμε έγκαιρα στη χαλάρωση των εποπτικών απαιτήσεων όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια αλλά και των κριτηρίων χορήγησης νέου δανεισμού, ενισχύοντας την ικανότητα των τραπεζικών ιδρυμάτων να διοχετεύουν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία σε μία περίοδο που ήταν απολύτως απαραίτητη. Τέλος, ως Κεντρική Τράπεζα προβήκαμε και σε σειρά συστάσεων και παραινέσεων προς τις τράπεζες να υιοθετήσουν έγκαιρες αλλά και ευέλικτες πολιτικές όσον αφορά τα αιτήματα δανειοληπτών για αναδιαρθρώσεις αλλά και αιτήσεων για νέες πιστωτικές διευκολύνσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι αναδιαρθρώσεις κατά το 2021 να ανέλθουν στα €1,7 δισ., μία αύξηση €1,2 δισ. σε σχέση με το 2020. Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, η δέσμη μέτρων που υιοθετήσαμε φαίνεται ότι πέτυχε τους στόχους που είχαμε θέσει, κάτι που αναγνωρίζεται και από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης αλλά και από το International Monetary Fund και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια όχι απλά δεν αυξήθηκαν αλλά συνέχισαν την πτωτική τους πορεία φτάνοντας σήμερα να βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, η κεφαλαιακή επάρκεια είναι ενισχυμένη, ο κυπριακός τραπεζικός τομέας επιδεικνύει από τις ισχυρότερες θέσεις ρευστότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ κατά τα δύσκολα χρόνια της πανδημίας, 2020 και 2021, οι τράπεζες διοχέτευσαν στην εγχώρια οικονομία περίπου 10 δις ευρώ σε νέες πιστωτικές διευκολύνσεις.

Ωστόσο, εντοπίζονται ασφαλώς και τομείς όπου ο τραπεζικός τομέας χρήζει βελτίωσης, όπως είναι για παράδειγμα η ταχύτερη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή. Η ανάγκη αυτή, η οποία προφανώς εντάθηκε από τα lockdowns και την κοινωνική αποστασιοποίηση, θεωρώ ότι ξεφεύγει από τα πλαίσια της πανδημίας και αποτελεί θέμα εξέλιξης και ανταγωνισμού σε ολόκληρο τον τραπεζικό τομέα της Ευρώπης. Το θέμα αυτό ιεραρχείται υψηλά στην εποπτική μας ατζέντα και είναι κάτι που αναμένουμε να δούμε απτά βήματα προόδου από τις τράπεζες.

Η τραπεζική κρίση στον Λίβανο

Το 2022 αποσοβήθηκε η μετάδοση παρενεργειών από το λιβανέζικο τραπεζικό σύστημα στο κυπριακό. Πώς ακριβώς θα επηρεαζόταν ο τραπεζικός τομέας στην Κύπρο από τα εδώ υποκαταστήματα των λιβανέζικων τραπεζών και ποιες ενέργειες έγιναν από την Κεντρική Τράπεζα και τη Βουλή;

Ο Λίβανος από το 2019 έχει εισέλθει σε μια βαθιά οικονομική και τραπεζική κρίση.

Στις αρχές του 2020 η χώρα κήρυξε επίσημα αθέτηση των υποχρεώσεων της όσον αφορά το εξωτερικό της χρέος. Στην απουσία συμφωνίας για αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους της χώρας, το τραπεζικό σύστημα του Λιβάνου είχε παραλύσει, αφού δεν αποδεχόταν  καταθέσεις και δεν παραχωρούσε δάνεια, υιοθετώντας ένα ανεπίσημο σύστημα περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων. Εκτιμάται ότι οι προ Οκτωβρίου 2019 καταθέσεις σε δολάρια ΗΠΑ, με τη μετατροπή τους σε λιβανέζικες λίρες βάσει της επίσημης συναλλαγματικής ισοτιμίας είχαν υποστεί έμμεσα κούρεμα κατά 85%, ενόσω η χώρα κατέγραφε  πληθωρισμό της τάξης του 145%.

Εν μέσω των πιο πάνω εξελίξεων, στο πλαίσιο της προληπτικής εποπτείας που η ΚΤΚ ασκούσε στα εννέα υποκαταστήματα των λιβανέζικων τραπεζών που δραστηριοποιούνταν στην Κυπριακή Δημοκρατία, καθώς και στα πλαίσια του ρόλου της για τη διασφάλιση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας και ανθεκτικότητας της Κύπρου, η ΚΤΚ έθεσε από το 2019, δηλαδή έγκαιρα πριν την επίσημη αθέτηση των υποχρεώσεων του Λιβάνου για το εξωτερικό του χρέος, υπό αυστηρή επιτήρηση και στενή εποπτεία όλα τα υποκαταστήματα και έλαβε συγκεκριμένα μέτρα.

Αξιολογώντας ότι η αποπληρωμή των καταθέσεων των πελατών των υποκαταστημάτων αυτών στην Κύπρο βασιζόταν στην ικανότητα των μητρικών τραπεζών στον Λίβανο να παρέχουν την απαιτούμενη ρευστότητα, η ΚΤΚ επέβαλε αριθμό εποπτικών μέτρων ώστε, να διασφαλιστεί ότι τα εν λόγω υποκαταστήματα θα διαθέτουν από μόνα τους την απαραίτητη  ρευστότητα χωρίς να εξαρτώνται από την αβέβαιη και απρόβλεπτη κατάσταση των μητρικών στο Λίβανο. 

Ως αποτέλεσμα των προληπτικών αυτών ενεργειών  διασφαλίστηκε η εύρυθμη αποπληρωμή όλων των καταθέσεων πελατών των υποκαταστημάτων στην Κύπρο, τόσο Κυπρίων όσο και ξένων, όταν μεταγενέστερα λήφθηκε από την Κεντρική Τράπεζα του Λιβάνου απόφαση για τερματισμό από τις τράπεζες του Λιβάνου των εργασιών τους στην Κύπρο μέσω των  υποκαταστημάτων τους.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η διασφάλιση, που πετύχαμε ως ΚΤΚ, της ικανότητας αποπληρωμής των καταθέσεων από τα ρευστά διαθέσιμα των ίδιων των υποκαταστημάτων απέκλεισε το ενδεχόμενο ενεργοποίησης του Συστήματος Εγγύησης Καταθέσεων (ΣΕΚ) της Κύπρου, προστατεύοντας έτσι τις υπόλοιπες τράπεζες στην Κύπρο και τις καταθέσεις τους. Αν τα υποκαταστήματα του Λιβάνου στην Κύπρο αδυνατούσαν να επιστρέψουν τις καταθέσεις στους πελάτες τους, θα ενεργοποιείτο το ΣΕΚ να καταβάλει τις εγγυημένες καταθέσεις (μέχρι €100.000). Αναπόφευκτα στη συνέχεια η Διαχειριστική Επιτροπή του ΣΕΚ θα ζητούσε επιπλέον εισφορές από τις κυπριακές τράπεζες βάσει των μεριδίων αγοράς τους. Συνεπώς οι ενέργειες της ΚΤΚ προστάτεψαν τους καταθέτες των υποκαταστημάτων και παράλληλα θωράκισαν και το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας από αρνητικές επιπτώσεις σε μία περίοδο με έντονες τις προκλήσεις λόγω της πανδημίας και της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. 

Η διαχείριση της κρίσης με την RCB

Με την έναρξη της ρωσικής εισβολής άρχισαν οι διεργασίες για την αφαίρεση της τραπεζικής άδειας της RCB. Ποιοι ήταν τότε οι κίνδυνοι και πώς επιτεύχθηκε η επιτυχής διαχείριση για τον τερματισμό των τραπεζικών εργασιών της τράπεζας; 

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποτέλεσε ακόμα έναν κρίκο στην αλυσίδα των διαδοχικών κρίσεων που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε ως Κεντρική Τράπεζα αλλά και ως οικονομία γενικότερα τα τελευταία χρόνια. Ήταν ένα ομολογουμένως δύσκολο εγχείρημα, το οποίο κληθήκαμε να φέρουμε εις πέρας εντός πολύ πιεστικών χρονοδιαγραμμάτων.

Κατά την έναρξη της εισβολής, η μοναδική τράπεζα της οποίας το επιχειρηματικό μοντέλο είχε επηρεαστεί σημαντικά από τον πόλεμο και τις κυρώσεις προς τη Ρωσία ήταν της RCB. Αυτό, έθετε την ίδια την τράπεζα και τις καταθέσεις της σε κίνδυνο καθώς και το υπόλοιπο σύστημα, αφού η κρίση σε μία συστημική τράπεζα της χώρας όπως η RCB θα μπορούσε να μεταδοθεί ταχύτατα και σε άλλες τράπεζες με απρόβλεπτες και απευκταίες συνέπειες.  Οι καταθέσεις της RCB ήταν σημαντικές, κοντά στα €2,5 δισ. με την πλειοψηφία αυτών, δηλαδή σχεδόν 70%, να είναι Κυπρίων πολιτών. Το χρονικό περιθώριο ήταν πολύ περιορισμένο, δηλαδή ζήτημα ημερών. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο, δράσαμε άμεσα και αποφασιστικά. Μέσα από τον σχεδιασμό και τις ενέργειές μας, τις οποίες αποδέχθηκε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τη συνεργασία της ίδιας της RCB, υλοποιήσαμε με επιτυχία συγκεκριμένες χρηματοοικονομικές πράξεις που προστάτευαν όλους τους καταθέτες της RCB χωρίς καμία επίπτωση στα δημόσια οικονομικά ή στον υπόλοιπο τραπεζικό τομέα, διασφαλίζοντας έτσι τη χρηματοοικονομική σταθερότητα της χώρας και διατηρώντας την εμπιστοσύνη προς το τραπεζικό σύστημα. Η ίδια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, κρίνει τη δέσμη ενεργειών που λάβαμε ως την καλύτερη δυνατή, δεδομένων των ιδιάζουσων καταστάσεων εκείνης της περιόδου.

Η ρωσική εισβολή και η νομισματική πολιτική κατά του πληθωρισμού

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ακριβώς μετά την πανδημία του κορωνοϊού αντέστρεψε τη νομισματική πολιτική που ακολουθούσε η ΕΚΤ για περισσότερο από μία δεκαετία. Από τη νομισματική χαλάρωση στη νομισματική σύσφιγξη για συγκράτηση του πληθωρισμού και της ανόδου των τιμών. Ποιες είναι οι προβλέψεις σας σχετικά με τις πολιτικές που θα ακολουθηθούν τους επόμενους μήνες;

Οι οικονομικές επιπτώσεις από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία συνέτειναν και μεγέθυναν το κύμα των πληθωριστικών πιέσεων με κορύφωση του πληθωρισμού (ΕνΔΤΚ) στη ζώνη του ευρώ στο 10,6% τον Οκτώβριο  του 2022. Αυτό οφειλόταν κυρίως σε εξωτερικούς παράγοντες, ιδιαίτερα στην κατακόρυφη αύξηση των τιμών της ενέργειας και των πρώτων υλών, καθώς και σε προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα (supply chain bottlenecks), με συνεπακόλουθη διάχυση των αυξήσεων των τιμών της ενέργειας σε άλλες κατηγορίες του πληθωρισμού, όπως των τροφίμων, των βιομηχανικών προϊόντων εξαιρουμένης της ενέργειας καθώς και των υπηρεσιών. 

Από τα μέσα του 2022 καταγράφεται σταδιακά σταθερή μείωση του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ, φθάνοντας το 5,3% τον Ιούλιο του 2023 λόγω και της συνεχιζόμενης εξομάλυνσης των προαναφερθέντων εξωτερικών παραγόντων καθώς και της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Βεβαίως και παρά την καταγραφείσα πτώση στον πληθωρισμό (ΕνΔΤΚ), ο δομικός πληθωρισμός (εξαιρουμένων των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων) παραμένει υψηλός σε επίπεδα πέραν του 5% από τον Δεκέμβριο του 2022.

Με βάση τις πιο πρόσφατες προβλέψεις της ΕΚΤ Ιουνίου 2023, αναμένεται συνεχιζόμενη διόρθωση του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ στο 5,4% το 2023, στο 3% το 2024 και στο 2,2% το 2025. Καθοδική πορεία αναμένεται επίσης στον πληθωρισμό της Κύπρου και πιο συγκεκριμένα στο 3,3% το 2023, στο 2,3% το 2024 και στο 2% το 2025, από το ιστορικά υψηλό σημείο 10,6% τον Ιούλιο 2022.  Ταυτόχρονα, υπάρχουν διάφοροι ανοδικοί κίνδυνοι ως προς την επίτευξη της προαναφερθείσας πορείας των τιμών. Δεδομένου και του υψηλού δομικού πληθωρισμού, οι μελλοντικές αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ θα συνεχίσουν να βασίζονται σε στατιστικά δεδομένα και προβλέψεις ώστε να επιτευχθεί επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%, πάντα λαμβάνοντας υπόψιν ότι η διάχυση (pass-through) της νομισματικής πολιτικής στην οικονομία λειτουργεί με χρονική υστέρηση. Λαμβάνοντας υπόψιν την υφιστάμενη διόρθωση των πληθωριστικών πιέσεων αλλά και την αναμενόμενη διόρθωση στη βάση των πιο πρόσφατων προβλέψεων, ο κύκλος αύξησης των επιτοκίων αναμένεται να έχει σχεδόν ολοκληρωθεί.

Η πρόοδος στα ζητήματα κατά του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος

Κατά την περίοδο λειτουργίας του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος παρατηρήθηκαν παραβιάσεις των κανονισμών που αφορούν το AML από τις κυπριακές τράπεζες αναγκάζοντας την Κεντρική Τράπεζα να προβεί σε κυρώσεις. Ποια είναι η πρόοδος σχετικά με ζητήματα KYC και AML στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα;

Για το θέμα του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος (ΚΕΠ), η ΚΤΚ δεν είχε καθηκόντως αρμοδιότητα ή εμπλοκή είτε στη διαμόρφωση των όρων του ΚΕΠ ή για τη λειτουργία του.

Η ΚΤΚ, στο πλαίσιο του εποπτικού της ρόλου, διενεργεί επιτόπιους και εξ αποστάσεως ελέγχους, οι οποίοι περιλαμβάνουν την αξιολόγηση του βαθμού συμμόρφωσης των τραπεζών, όσον αφορά τις διαδικασίες εξακρίβωσης της ταυτότητας και μέτρων δέουσας επιμέλειας τόσο σε νέους όσο και σε υφιστάμενους πελάτες ανάλογα με τους δυνητικούς κινδύνους. Στις περιπτώσεις όπου εντοπίζονται αδυναμίες ή/και ελλείψεις, επιβάλλονται κυρώσεις όπως αυτές προνοούνται στον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο.

Η ΚΤΚ, ασκώντας την εποπτική της αρμοδιότητα, εντόπισε συγκεκριμένους τομείς που εισήγαν ανεπιθύμητους κινδύνους στο τραπεζικό σύστημα. Οι τομείς αυτοί αφορούσαν (i) τον τρόπο εξακρίβωσης των στοιχείων των εταιρειών κέλυφος («shell companies») και (ii) την εξάρτηση των τραπεζών από τρίτους σε σχέση με την εξακρίβωση της ταυτότητας πελατών και των μέτρων δέουσας επιμέλειας και ως εκ τούτου, κρίθηκε αναγκαία η ανάληψη περαιτέρω δράσεων.

Το 2019, η ΚΤΚ επέκτεινε το κανονιστικό πλαίσιο με την αναθεώρηση της Οδηγίας της ΚΤΚ για την Παρεμπόδιση Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας.  Η Οδηγία της ΚΤΚ, περιέχει συγκεκριμένες πρόνοιες όσον αφορά την ταυτοποίηση των πελατών και την εφαρμογή μέτρων δέουσας επιμέλειας από τις τράπεζες, ανάλογα πάντα με τον βαθμό κινδύνου λαμβάνοντας υπόψη διάφορους παράγοντες (π.χ. ιδιοκτησιακή δομή).  Άλλοι τέτοιοι παράγοντες είναι αυτοί που δημοσιεύονται από αρμόδια σώματα, όπως την Financial Action Task Force (FATF) και τη Moneyval, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών. 

Επιπρόσθετα, η ΚΤΚ προχώρησε το 2020 στην έκδοση της Οδηγίας της ΚΤΚ για τη συμμόρφωση με τις οικονομικές κυρώσεις που επιβάλλει το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο, είχαν ως αποτέλεσμα την επιστροφή στην Κύπρο των ανταποκριτριών τραπεζών στο αμερικανικό δολάριο και έχουν επιφέρει σημαντικές θετικές αξιολογήσεις για την Κύπρο και την ΚΤΚ από ευρωπαϊκά και άλλα θεσμικά όργανα. Η ΚΤΚ έχει επίσης εντατικοποιήσει τη συχνότητα και το εύρος των ελέγχων που διενεργεί, με στόχο την αξιολόγηση του βαθμού συμμόρφωσης των τραπεζών.

Πέραν των πιο πάνω, θα πρέπει να αναφερθεί η ολοκλήρωση της αξιολόγησης της Κύπρου από την Επιτροπή MONEYVAL.  Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης, η ΚΤΚ φαίνεται να έχει λάβει ουσιαστικά μέτρα για την αντιμετώπιση των κινδύνων που απορρέουν από τις επιχειρηματικές σχέσεις των τραπεζών με νομικά πρόσωπα και άλλες οντότητες, αναλαμβάνοντας παράλληλα πρωτοβουλίες σε διεθνή ζητήματα που αφορούν την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου.

Η θητεία των δύο προκατόχων σας σημαδεύτηκε από μετωπικές συγκρούσεις τόσο με τη νομοθετική όσο και με την εκτελεστική εξουσία. Πώς χειρίζεστε τον ρόλο σας ως ανεξάρτητη εποπτική αρχή, τις σχέσεις σας με τους υπόλοιπους θεσμούς και πώς αντιμετωπίζετε τις όποιες παρεμβάσεις;

Με απόλυτο σεβασμό στις αρμοδιότητες και στον ρόλο του καθενός. Πιστεύω απόλυτα στη θεσμικότητα και στις καθαρές σχέσεις και διαδικασίες. Οι αρμοδιότητες της ΚΤΚ περιγράφονται στον ιδρυτικό της νόμο, όπως και οι αρμοδιότητες της ΕΚΤ και του Ευρωσυστήματος. Οι συγκρούσεις του παρελθόντος στις οποίες αναφέρεστε θεωρώ ότι δεν ωφέλησαν τη χώρα. Ούτε στο εσωτερικό, ούτε τη διεθνή εικόνα της. Αντιθέτως, ένα από τα επιτεύγματα της δικής μας θητείας θεωρώ ότι είναι η ηρεμία στον τραπεζικό χώρο, η σταθερότητα που έχει επικρατήσει, η επιτυχής διαχείριση εξωγενών κρίσεων, οι καλές, αμοιβαία σεβαστές σχέσεις με όλους τους παράγοντες της κυπριακής οικονομίας και η αναγνώριση του έργου από την ΕΚΤ και από άλλες κεντρικές τράπεζες, όπως φάνηκε και από τη σωρεία επίσημων συναντήσεων στην Κύπρο. Αυτό δεν είναι πάντα αυτονόητο – το αναφέρατε και μόνος σας – θεωρώ πάντως ότι το έχουμε πετύχει σε πολύ μεγάλο βαθμό.

Την επόμενη άνοιξη λήγει η θητεία σας ως διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας. Έχετε ξεκινήσει διαβουλεύσεις με τον πρόεδρο για να αναλάβετε και την επόμενη πενταετία το τιμόνι της Κεντρικής Τράπεζας;

Δεν θεωρώ πως είναι θέμα διαβουλεύσεων. Έχουμε πάρα πολλά σημαντικά ζητήματα με τα οποία ασχολούμαστε, όπως άλλωστε γίνεται από την πρώτη μέρα που ανέλαβα καθήκοντα. Ο διορισμός διοικητή της ΚΤΚ είναι αρμοδιότητα του προέδρου της Δημοκρατίας και είμαι σίγουρος ότι θα λάβει τις αποφάσεις του όταν πρέπει.

Διαβάστε ολόκληρο το τεύχος του Economy Today εδώ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ