Νέα ενεργειακή κρίση στη Βρετανία: Οι λογαριασμοί αυξάνονται ενώ οι τιμές πέφτουν

Οι Βρετανοί πληρώνουν ακριβότερη ενέργεια παρά τη μείωση των τιμών χονδρικής, καθώς τα κόστη δικτύου και πολιτικών επιβαρύνσεων αυξάνονται, επιβαρύνοντας τα νοικοκυριά ενόψει της ενεργειακής μετάβασης

Οι Βρετανοί πολίτες μπαίνουν σε μια νέα μορφή ενεργειακής κρίσης: οι λογαριασμοί τους αυξάνονται τη στιγμή που οι διεθνείς τιμές ενέργειας πέφτουν. Το παράδοξο αυτό εντείνει την πίεση στην κυβέρνηση, που επιδιώκει να χρηματοδοτήσει τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια και ταυτόχρονα να διαβεβαιώσει τους πολίτες ότι το μέλλον θα είναι πιο «φθηνό» και πράσινο.

Σύμφωνα με την Cornwall Insight, οι οικιακοί λογαριασμοί ενέργειας – ήδη από τους ακριβότερους στην Ευρώπη – θα αυξηθούν ξανά έως τον Απρίλιο, εξαιτίας τελών δικτύου και επιβαρύνσεων πολιτικής, παρά τη μείωση των τιμών χονδρικής.

Το τίμημα της πράσινης μετάβασης

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η μετάβαση στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) θα μειώσει τους λογαριασμούς μέχρι το 2030. Ωστόσο, η μετάβαση αυτή έχει υψηλό βραχυπρόθεσμο κόστος. Η Octopus Energy προειδοποίησε ότι ακόμη και αν οι τιμές χονδρικής μειωθούν στο μισό, οι λογαριασμοί μπορεί να αυξηθούν έως και 20% μέσα στα επόμενα χρόνια.

Η Ofgem εκτιμά ότι μόνο οι αναβαθμίσεις του δικτύου μεταφοράς θα κοστίσουν περίπου 80 δισ. λίρες μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Από αυτά, περισσότερες από 100 λίρες ετησίως αναμένεται να προστεθούν στους λογαριασμούς των νοικοκυριών μέχρι το 2031, για τη χρηματοδότηση έργων που μεταφέρουν ενέργεια από τις ανεμογεννήτριες του Βορρά στα αστικά κέντρα όπως το Λονδίνο.

Η δομή των λογαριασμών έχει αλλάξει δραματικά. Η χονδρική τιμή ενέργειας έχει υποχωρήσει κατά 77% από τις αρχές του 2023, όμως τα πολιτικά κόστη – που χρηματοδοτούν προγράμματα ΑΠΕ – έχουν αυξηθεί κατά 41%. Αυτό σημαίνει ότι οι καταναλωτές πληρώνουν πλέον για τη μετάβαση μέσα από τους λογαριασμούς τους.

Ο Andrew Sissons του ερευνητικού φορέα Nesta εξηγεί πως οι πολιτικές επιβαρύνσεις καλύπτουν σχεδόν το 20% των τιμολογίων ρεύματος, ενώ στα τιμολόγια φυσικού αερίου αποτελούν μόλις 7%. Αυτή η ανισορροπία καθιστά την ηλεκτρική ενέργεια αδικαιολόγητα ακριβότερη, αποθαρρύνοντας τη μετάβαση σε καθαρή θέρμανση και ηλεκτροκίνηση.

Η πίεση στη Ρέιτσελ Ριβς και το πολιτικό κόστος

Η υπουργός Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς προετοιμάζει τον προϋπολογισμό της 26ης Νοεμβρίου, με στόχο να δώσει απαντήσεις για την ενεργειακή ακρίβεια. Η ίδια εξετάζει αλλαγές στη φορολογία και στους κλιματικούς φόρους, αλλά απορρίπτει την απλή λύση της κατάργησης ΦΠΑ στην ενέργεια, που θα ευνοούσε κυρίως τα πιο εύπορα νοικοκυριά.

Το ενεργειακό χρέος των βρετανικών νοικοκυριών έχει εκτοξευθεί σε 4,4 δισ. λίρες, από 1,8 δισ. πριν τέσσερα χρόνια. Παράλληλα, η κοινωνική δυσαρέσκεια αυξάνεται, με τους πολίτες να βλέπουν την πράσινη πολιτική να μεταφράζεται σε υψηλότερα έξοδα.

Η Ευρώπη στον ίδιο δρόμο – με γαλλική εξαίρεση

Στη Γερμανία, 4,2 εκατομμύρια πολίτες ήταν πέρσι σε καθυστέρηση πληρωμών για ρεύμα ή αέριο, ενώ οι φόροι και τα τέλη δικτύου έχουν αυξηθεί κατά 47% από το 2020. Η Γαλλία, αντίθετα, απολαμβάνει χαμηλότερες τιμές χάρη στο πυρηνικό της χαρτοφυλάκιο, που κρατά το κόστος χονδρικής περίπου 30 ευρώ ανά MWh χαμηλότερα από το Ηνωμένο Βασίλειο ή τη Γερμανία.

Παρά τις πιέσεις, η Βρετανία παραμένει προσηλωμένη στη μακροπρόθεσμη στρατηγική: ένα ενεργειακό σύστημα λιγότερο εξαρτημένο από το φυσικό αέριο και πιο ανθεκτικό στις παγκόσμιες διακυμάνσεις. Ο επικεφαλής της National Grid, Τζον Πέτιγκριου, δηλώνει ότι οι τρέχουσες επενδύσεις «είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της αξιοπιστίας και της προσιτότητας του συστήματος».

Η Ρέιτσελ Φλέτσερ της Octopus Energy επισημαίνει ότι η προσοχή δεν πρέπει να περιορίζεται στις επενδύσεις υποδομών: «Το στοίχημα δεν είναι μόνο να χτίσουμε περισσότερα. Είναι να δούμε πώς μπορούμε να αποανθρακοποιήσουμε την κατανάλωση με πιο έξυπνους και οικονομικούς τρόπους».

Πηγή: newmoney.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ