Κεντρική Τράπεζα του Καναδά: Μείωσε τα επιτόκια στο 2,25%

Η κεντρική τράπεζα του Καναδά προχώρησε επίσης σε ισχυρές περικοπές των προβλέψεων για την ανάπτυξη, σκιαγραφώντας μια δυσμενή εικόνα της οικονομίας

Η Τράπεζα του Καναδά μείωσε τα επιτόκια, εκτιμώντας ότι οι ζημιές από τους αμερικανικούς δασμούς θα συνεχιστούν, αλλά έστειλε σήμα ότι το κόστος δανεισμού βρίσκεται περίπου στο κατάλληλο επίπεδο, εφόσον επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις της. Οι αξιωματούχοι της τράπεζας, με επικεφαλής τον διοικητή Τιφ Μακλέμ, μείωσαν την κατευθυντήρια τιμή του overnight κατά 25 μονάδες βάσης για δεύτερη συνεχόμενη συνεδρίαση σήμερα, φέρνοντας το επιτόκιο πολιτικής στο 2,25%, το χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2022.

Η κεντρική τράπεζα προχώρησε επίσης σε ισχυρές περικοπές των προβλέψεων για την ανάπτυξη, σκιαγραφώντας μια δυσμενή εικόνα της οικονομίας. Σε προετοιμασμένες δηλώσεις του, ο Μακλέμ χαρακτήρισε τη διένεξη με τις ΗΠΑ στο εμπόριο «διαρθρωτική μετάβαση», που έχει «περιορίσει τις οικονομικές προοπτικές του Καναδά».

Παρά ταύτα, η τράπεζα απέρριψε τις προσδοκίες για περαιτέρω χαλάρωση, αναφέροντας ότι θεωρεί το επιτόκιο πολιτικής «περίπου στο σωστό επίπεδο για να διατηρηθεί ο πληθωρισμός κοντά στο 2%, βοηθώντας παράλληλα την οικονομία σε αυτή την περίοδο προσαρμογής». Αυτό προϋποθέτει ότι ο πληθωρισμός και η οικονομική δραστηριότητα θα εξελιχθούν σύμφωνα με τις προβλέψεις της.

«Αν αλλάξει η προοπτική, είμαστε έτοιμοι να ανταποκριθούμε»

Το δολάριο Καναδά συνέχισε τα κέρδη του μετά την απόφαση, διαπραγματευόμενο στα 1,3915 καναδικά δολάρια ανά 1 αμερικανικό δολάριο, στο ισχυρότερο επίπεδο από την 1η Οκτωβρίου. Ήταν η τρίτη συνεχόμενη ανοδική συνεδρίαση για το «loonie». Οι αποδόσεις των καναδικών κρατικών ομολόγων αυξήθηκαν σε όλη την καμπύλη. Οι traders στα overnight swaps μείωσαν τις προσδοκίες για μείωση επιτοκίων τον Δεκέμβριο.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής επανέλαβαν επίσης ότι το σοκ προσφοράς που προκαλεί η εμπορική διαμάχη περιορίζει την ικανότητά τους να παρέμβουν και να τονώσουν την ανάπτυξη.

«Η διαρθρωτική ζημιά που προκαλεί η εμπορική σύγκρουση μειώνει τη δυναμικότητα της οικονομίας και προσθέτει κόστη. Αυτό περιορίζει τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η νομισματική πολιτική στην ενίσχυση της ζήτησης, διατηρώντας παράλληλα χαμηλό πληθωρισμό».

Ο Μακλέμ αναγνώρισε επίσης ότι οι προτιμώμενοι πυρήνες πληθωρισμού της τράπεζας παραμένουν «κολλημένοι» γύρω στο 3%, αλλά επανέλαβε ότι η «ανοδική ορμή έχει εκλείψει» και ότι ένα ευρύτερο σύνολο δεικτών υποδεικνύει υποκείμενες πληθωριστικές πιέσεις γύρω στο 2,5%.

Η τράπεζα βλέπει την οικονομία σε υπερβάλλουσα προσφορά καθ’ όλη την περίοδο πρόβλεψης. Οι υπεύθυνοι μείωσαν επίσης την εκτίμησή τους για την ανάπτυξη στο β΄ εξάμηνο του 2025 στο 0,75%. Στις δηλώσεις του, ο Μακλέμ είπε ότι η τράπεζα βλέπει την οικονομία να είναι κατά 1,5% μικρότερη έως το τέλος του 2026 σε σύγκριση με την πρόβλεψη του Ιανουαρίου.

Συνολικά, οι ανακοινώσεις δείχνουν ότι οι αξιωματούχοι διστάζουν να προσθέσουν περισσότερα μέτρα νομισματικής τόνωσης, υπό τον φόβο ενίσχυσης των πληθωριστικών πιέσεων, οι οποίες αναμένεται να ενταθούν από την άνοδο των διεθνών τιμών και τις διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες, λόγω της εμπορικής διένεξης.

Καθώς δεν διαφαίνεται τέλος στους αμερικανικούς δασμούς, η Τράπεζα του Καναδά επανήλθε στην παροχή βασικού σεναρίου οικονομικής πρόβλεψης στην τριμηνιαία έκθεση νομισματικής πολιτικής της, μετά τη χρήση σεναρίων τον Απρίλιο και τον Ιούλιο για την αποτύπωση της αβεβαιότητας που αντιμετώπιζε ο Καναδάς.

«Με τους δασμούς πλέον σε ισχύ και τον αμερικανικό προστατευτισμό εδραιωμένο, ο αντίκτυπος στον Καναδά έχει γίνει σαφέστερος, παρότι το εύρος και η έκταση των μελλοντικών δασμών παραμένουν αβέβαια», είπε ο Μακλέμ.

Ωστόσο, επανέλαβε ότι υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα στις προβλέψεις: «Το εύρος των πιθανών εκβάσεων είναι μεγαλύτερο από το συνηθισμένο — πρέπει να είμαστε ταπεινοί απέναντι στην πρόβλεψή μας», είπε.

Υποβαθμισμένες προβλέψεις

Σε σύγκριση με τις προβλέψεις του Ιανουαρίου, η Τράπεζα του Καναδά υποβάθμισε την εκτίμησή της για την ανάπτυξη το 2025 στο 1,2% και για το 2026 στο 1,1% (από 1,8% και για τα δύο έτη). Προβλέπει ήπια επιτάχυνση το 2027 στο 1,6%.

Καθώς οι δασμοί αυξάνουν το κόστος για τις επιχειρήσεις και τροφοδοτούν την αβεβαιότητα, οι επενδύσεις αναμένεται να παραμείνουν ασθενείς, «κυρίως λόγω της μειωμένης αμερικανικής ζήτησης για καναδικές εξαγωγές», ανέφερε η κεντρική τράπεζα.

Παράλληλα, η κατανάλωση προβλέπεται να επιβραδυνθεί, καθώς ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού του Καναδά ανακόπτεται και η αδύναμη αγορά εργασίας πιέζει τα εισοδήματα. Κατά κεφαλήν, η κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί ήπια κατά 1% κατά μέσο όρο το 2026 και το 2027.

«Δεν υπάρχει λόγος να πανηγυρίζουμε. Μειώνουμε τα επιτόκια επειδή η οικονομία βρίσκεται υπό τεράστια πίεση», δήλωσε στο BNN Bloomberg ο Γουόρεν Λάβλι, γενικός διευθυντής στη National Bank Financial. Υπάρχει «ένα διαρκές στροβίλισμα γεωπολιτικής αβεβαιότητας και αυτό συνηγορεί υπέρ του να πάρουμε λίγη “ασφάλεια” μέσω των επιτοκίων». «Υποφέρουμε από έναν ”θάνατο από χίλιες τομεακές περικοπές δασμών” στη βιομηχανία μας. Πρόκειται για μια οικονομία που χρειάζεται στήριξη», πρόσθεσε. «Η Τράπεζα του Καναδά ίσως δεν έχει τελειώσει».

Ενώ η τράπεζα αναγνώρισε ότι οι διαταραχές στο εμπόριο ωθούν τα κόστη προς τα πάνω, σημείωσε ότι ο αντίκτυπος στον πληθωρισμό είναι λιγότερο έντονος από ό,τι είχε προβλεφθεί, επειδή ο Καναδάς κατάργησε τους περισσότερους ανταποδοτικούς δασμούς στις ΗΠΑ.

Η κεντρική τράπεζα προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει κοντά στον στόχο 2% έως το 2027.

Με επιτόκιο 2,25%, το overnight βρίσκεται στο κατώτατο όριο του εύρους εκτιμήσεων της τράπεζας για το ουδέτερο επιτόκιο, εκεί όπου το κόστος δανεισμού ούτε τονώνει ούτε περιορίζει την οικονομική ανάπτυξη.

Πηγή: newmoney.gr

Διαβάστε επίσης: Ρεκόρ κερδών για τη Deutsche Bank – Έσοδα €8 δισ. και άλμα στο trading ομολόγων

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ