Μία φούσκα της τεχνητής νοημοσύνης έσκασε ήδη, διαπιστώνει η Deutsche Bank. Όμως μιλά για τη φούσκα που λέει «η τεχνητή νοημοσύνη είναι φούσκα».
Στον απόηχο της συζήτησης περί νέας τεχνολογικής φούσκας, που φούντωσε έπειτα και από τις δηλώσεις του CEO της OpenAI, Sam Altman, περί υπερβολικού ενθουσιασμού στην τεχνητή νοημοσύνη, η Deutsche Bank απαντά ότι το «μπουμ» του AI μπορεί να σταματήσει, αλλά δεν θα σκάσει.
Και ενώ ο οίκος δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να υπάρχει μια φούσκα στην τεχνητή νοημοσύνη, τονίζει ότι η στιγμή που όλοι θα την εντοπίσουν είναι η λιγότερο πιθανή για να σκάσει. Όπως εξηγεί, είναι σχεδόν αδύνατο να αναγνωρίσει κάποιος επιτυχώς μια φούσκα, εν μέρει γιατί κανείς δεν συμφωνεί ακριβώς στο τι είναι (συνήθως ο ορισμός λέει «όταν οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων αυξάνονται σημαντικά υψηλότερα από την εγγενή αξία τους») αλλά στο ποια είναι η εγγενής αξία, ακόμα και μετά το σκάσιμο.
Τα στοιχεία που συγκέντρωσε το Deutsche Bank Research Institute δείχνουν ότι ο αριθμός των αναζητήσεων στο ίντερνετ για τη φράση «AI bubble» μειώθηκε κατακόρυφα τον τελευταίο μήνα.
Το «AI bubble» κορύφωσε στις 21 Αυγούστου, λίγο μετά από την έκθεση του MIT που λίγοι κατάλαβαν και η οποία φάνηκε να λέει ότι σχεδόν κανένας οργανισμός δεν βγάζει αποδόσεις από τις επενδύσεις που έχει κάνει στην τεχνητή νοημοσύνη. Ήταν η ίδια περίοδος που ο Altman της OpenAI είπε ότι οι επενδυτές ίσως να ενθουσιάζονται υπερβολικά, πυροδοτώντας μια πτώση 3,8% στις μετοχές του Magnificent Seven σε επτά ημέρες.
Έκτοτε, διαπιστώνει η Deutsche Bank, ο αριθμός των αναζητήσεων για το «AI bubble» μειώθηκε κατά 15% από εκείνα τα επίπεδα.
Σύμφωνα με τον οίκο, υπάρχουν τέσσερις δυνάμεις πίσω από το σκάσιμο της φούσκας περί «AI bubble»:
1. Ένας νέος ρεαλισμός σχετικά με το τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάνει η τεχνητή νοημοσύνη: Η πολυαναμενόμενη κυκλοφορία του GPT-5 από την OpenAI τον Αύγουστο αποδείχθηκε απογοητευτική, καθώς προσέφερε μια ελαφρώς καλύτερη εμπειρία χρήστη αλλά όχι μια πρώτη εικόνα της γενικής τεχνητής νοημοσύνης που είχε υπονοηθεί. Οι προσδοκίες είχαν κινηθεί μπροστά από την πραγματικότητα και οι στόχοι μετατοπίστηκαν. Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι λειτουργίες που θα προκαλούσαν πολύ μεγάλη εντύπωση πριν από 18 μήνες, έγιναν δεκτές με αδιαφορία.
2. Εμπόδια στις υποδομές: Η ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης υπήρξε ταχύτερη από οποιαδήποτε προηγούμενη τεχνολογία, καθώς το ChatGPT απέκτησε 100 εκατομμύρια χρήστες σε δύο μήνες και τώρα να οδεύει προς το ένα δισεκατομμύριο εβδομαδιαίους χρήστες μέχρι το τέλος του έτους. Τα βασικά θεμέλια έχουν μπει και είναι εύκολο στη χρήση για τους καταναλωτές. Ωστόσο, η τεχνολογία αυτή θα αποδώσει μόνο όταν οι επιχειρήσεις θα μπορούν να την χρησιμοποιήσουν σε κλίμακα, κάτι που εξαρτάται από την κατασκευή – και τη χρηματοδότηση – της πιο σύνθετης υποδομής που δημιουργήθηκε ποτέ, η οποία περιλαμβάνει τσιπ, data centers και ενέργεια.
3. Η εφαρμογή εξαρτάται από τα συστήματα: Μια νέα τεχνολογία από μόνη της δεν είναι αρκετή. Τα δύσκολα βήματα αφορούν την εφαρμογή της, δηλαδή την ενσωμάτωσή της σε καλά οργανωμένα επιχειρηματικά συστήματα που να χρησιμοποιούνται πραγματικά από τους εργαζόμενους. Τα στοιχεία για το πώς θα βγει αξία από την τεχνητή νοημοσύνη ακόμα διαμορφώνονται.
4. Ανθρώπινη ψυχολογία – «Αυτό δεν με εντυπωσιάζει ιδιαίτερα»: Υπάρχει μια αναπόφευκτη αντίδραση στη νέα τεχνολογία που αντικατοπτρίζεται στον κλασικό κύκλο «καινοτομία, υπερβολικές προσδοκίες, απογοήτευση, αναγνώριση και νέα παραγωγικότητα». Στην πραγματικότητα, αυτά τα στάδια επικαλύπτονται και ανατρέπονται, με περιόδους υπερβολής, που όμως στην πορεία διορθώνεται, ώστε ο κύκλος να συνεχίζεται. Οι πρώτοι άνθρωποι πιθανότατα είχαν την ίδια αντίδραση στον τροχό, σημειώνουν οι αναλυτές.
Στο πλαίσιο, η Deutsche Bank συστήνει στους επενδυτές να είναι σε επιφυλακή και να θυμούνται πόσο δύσκολο είναι να πιάσει κανείς το «timing» της αγοράς.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το να επενδύει κάποιος με μακροπρόθεσμο ορίζοντα είναι ο καλύτερος τρόπος να κερδίσει το risk premium που επιθυμούν οι επενδυτές ως αποζημίωση για το ρίσκο που αναλαμβάνουν.
Εάν κάποιος είχε επενδύσει 10.000 δολάρια στις αρχές του 1996, η επένδυσή του θα άξιζε πάνω από 170.000 δολάρια έως τα τέλη του περασμένου Ιουνίου. Όμως, αν είχε χάσει τις 10 καλύτερες ημέρες της περιόδου αυτής, δεν θα είχε βγάλει ούτε τα μισά. Και εάν είχε χάσει τις 20 καλύτερες ημέρες, θα είχε μόλις το ένα τέταρτο των χρημάτων, σημειώνει η Deutsche Bank.
Πηγή: moneyreview.gr
Διαβάστε επίσης: Έλον Μασκ: Ο πρώτος άνθρωπος με περιουσία πάνω από $500 δισ. - έστω και προσωρινά