Κάθε γενιά κατηγορεί την επόμενη ότι είναι «τεμπέλα» ή «κακομαθημένη». Όμως η Generation Z ίσως είναι η πρώτη που δεν φέρει ευθύνη για τη δυσκολία της επαγγελματικής της πορείας. Σύμφωνα με δημοσίευμα των New York Times, το να βρει κανείς σήμερα μια δουλειά μοιάζει με ανθρωποφάγο παιχνίδι επιβίωσης – μια διαδικασία εξαντλητική και απρόσωπη.
Η αγορά εργασίας θυμίζει «τρομερό μποτιλιάρισμα», όπως περιγράφει ο Μάικλ Μάντοβιτς του Ινστιτούτου Ρούζβελτ: νέοι πτυχιούχοι πασχίζουν να ενταχθούν στην «εθνική οδό» των μεγάλων εταιρειών, ενώ κανείς δεν τους επιτρέπει να συγχωνευτούν στη ροή. Εταιρείες όπως η Airbnb ή η Intuit δηλώνουν σχεδόν ικανοποιημένες μειώνοντας προσωπικό, αρκεί να αυξηθεί το βραχυπρόθεσμο κέρδος.
Α.Ι. και αποξένωση στην πρώτη συνέντευξη
Η ίδια η διαδικασία πρόσληψης έχει μετατραπεί σε τεχνοκρατικό φίλτρο χωρίς ανθρώπινη επαφή. Οι αιτήσεις γίνονται ηλεκτρονικά, ο ανταγωνισμός είναι μαζικός και τα πρώτα στάδια αξιολόγησης διενεργούνται από αλγορίθμους τεχνητής νοημοσύνης. Όπως ανέφερε ο φοιτητής Ρίτσαρντ Γιουν του Columbia, «19 από τις 20 συνεντεύξεις είναι με bots».
Οι υποψήφιοι αναγκάζονται να προσαρμόζουν τα βιογραφικά τους στις λέξεις-κλειδιά που “προτιμά” η Α.Ι., απλώς για να περάσουν στην επόμενη φάση — μια διαδικασία που ο Γιουν περιγράφει ως «δυστοπική».
Η επιτήρηση στο γραφείο
Ακόμα και μετά την πρόσληψη, η δυστοπία συνεχίζεται. Οι νέοι εργαζόμενοι νιώθουν λιγότερη καθοδήγηση και περισσότερη μικροδιαχείριση. Η Στίβι Στίβενς, 27 ετών, εγκατέλειψε τη δουλειά της σε εταιρεία εκθέσεων επειδή, όπως είπε, «οι μάνατζερ περιμένουν να κάνεις έξι δουλειές σε μία εβδομάδα».
Οι «τεχνολογίες επιτήρησης» που καταγράφουν κινήσεις και πληκτρολογήσεις —γνωστές ως bossware— εντείνουν την πίεση. Παρά την αβεβαιότητα, η Στίβενς προτιμά την αυτονομία του freelancing από τη μόνιμη παρακολούθηση ενός εργοδότη.
Η ψυχική κόπωση μιας γενιάς
Έρευνα του Εθνικού Γραφείου Οικονομικών Ερευνών των ΗΠΑ (NBER) κατέδειξε ότι η ψυχική υγεία των εργαζομένων κάτω των 25 ετών έχει επιδεινωθεί δραματικά: οι νέοι νιώθουν σχεδόν το ίδιο δυστυχισμένοι με τους ανέργους. Το φαινόμενο είναι εντονότερο στις γυναίκες και σε όσους έχουν χαμηλότερη εκπαίδευση.
Παράλληλα, έρευνα του Conference Board δείχνει ότι η ικανοποίηση από την εργασία στους κάτω των 25 ήταν 15 μονάδες χαμηλότερη από τους άνω των 55, την ίδια χρονιά που η ικανοποίηση αυξήθηκε για όλες τις άλλες ηλικιακές ομάδες.
Από την απογοήτευση στην αυτονομία
Ο ερευνητής Άλεξ Μπράισον επισημαίνει ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο η δυσκολία, αλλά και οι αλλαγμένες προσδοκίες. Οι νέοι συγκρίνουν τη ζωή τους στα social media και περιμένουν περισσότερη πληρότητα από την εργασία. Όμως, την ίδια στιγμή, το ίδιο το εργασιακό περιβάλλον γίνεται πιο εντατικό και λιγότερο ανθρώπινο.
Γι’ αυτό ολοένα περισσότεροι στρέφονται είτε στην επιχειρηματικότητα, θεωρώντας την ασφαλέστερη επιλογή, είτε στην οργάνωση και συνδικαλισμό ως μορφή αντίδρασης. Όπως λέει η Στίβενς, «τουλάχιστον τώρα νιώθω ότι ελέγχω τον χρόνο και τις προσπάθειές μου».
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Πώς η ΑΙ απειλεί τα έσοδα Google και Meta

