Ο Τζόρτζιο Αρμάνι πέρασε σχεδόν μισό αιώνα υπερασπιζόμενος την ανεξαρτησία της αυτοκρατορίας μόδας που δημιούργησε το 1975, σε μια βιομηχανία όπου θρυλικοί ιταλικοί οίκοι όπως η Gucci και η Fendi κατέληξαν σε πολυεθνικούς ομίλους. Με τον θάνατό του σε ηλικία 91 ετών, οι κληρονόμοι του καλούνται να αποφασίσουν το επόμενο κεφάλαιο της Giorgio Armani SpA, μιας εταιρείας που συνδέεται απόλυτα με το όραμα, το στυλ και τον ίδιο τον δημιουργό της.
Ο Armani χτίστηκε ως παράδειγμα επιχειρηματικής αντοχής σε μια εποχή που η πολυτέλεια συγκεντρωνόταν γύρω από κολοσσούς όπως η LVMH Moët Hennessy Louis Vuitton και η Kering SA. Η αξία του ομίλου εκτιμάται σε περίπου 9,4 δισ. δολάρια, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το σύνολο της καθαρής περιουσίας του σχεδιαστή. Παρά τις συνεχείς φήμες για εξαγορές, ο Armani κράτησε τον οίκο του ανεξάρτητο, θεωρώντας την αυτονομία όχι μόνο ζήτημα οικονομικής στρατηγικής αλλά και ζήτημα ταυτότητας.
Σε συνεντεύξεις του στο Bloomberg News και στους Financial Times, είχε δηλώσει ότι «δεν αποκλείει τίποτα» – ούτε μια δημόσια εγγραφή (IPO) ούτε μια στρατηγική πώληση σε μεγαλύτερο όμιλο. Όμως ξεκαθάριζε ότι η απόφαση θα ληφθεί μετά την αποχώρησή του και θα ανήκει στους διαδόχους. Για τον ίδιο, η ανεξαρτησία ήταν πηγή αξίας, αλλά η προσαρμοστικότητα ήταν εκείνη που σφράγισε την επιτυχία του.
Το μοντέλο διαδοχής
Ο σχεδιαστής, που δεν απέκτησε παιδιά, είχε ετοιμάσει ένα πλάνο διαδοχής γύρω από μια ομάδα εμπίστων συνεργατών και μελών της οικογένειάς του. Στον στενό αυτό κύκλο ανήκουν ο Leo Dell’Orco, επικεφαλής του ανδρικού σχεδιασμού, οι ανιψιές του Silvana και Roberta Armani, καθώς και ο ανιψιός του Andrea Camerana. Μαζί, αποτελούν την επόμενη γενιά ηγεσίας σε έναν οίκο που συνδυάζει δημιουργικότητα και επιχειρηματική πειθαρχία.
Η ίδια η εταιρεία, με ανακοίνωσή της μετά τον θάνατό του, δεσμεύτηκε να διατηρήσει «το πνεύμα ανεξαρτησίας και συνεργασίας» που οραματίστηκε ο Armani, χωρίς ωστόσο να αποκαλύπτει τα μελλοντικά σχέδια. Η σταδιακή μετάβαση που είχε ο ίδιος περιγράψει αναμένεται τώρα να δοκιμαστεί στην πράξη.
Ένας κολοσσός με 50 χρόνια ιστορίας
Ο Armani ξεκίνησε ως βιτρινάς σε κατάστημα επίπλων και μέσα σε λίγες δεκαετίες δημιούργησε έναν από τους πιο ισχυρούς οίκους πολυτελείας στον κόσμο. Η Giorgio Armani SpA εκτείνεται από τις εμβληματικές σειρές μόδας Giorgio Armani και Emporio Armani, μέχρι τις συνεργασίες με τη L’Oréal SA (αρώματα όπως το Acqua di Gio), την EssilorLuxottica SA (γυαλιά) και τη Fossil Group (ρολόγια).
Παρά το εκτόπισμά του, η εταιρεία δεν έμεινε αλώβητη από την παγκόσμια ύφεση της πολυτέλειας. Το 2024, ο όμιλος ανέφερε πτώση 5% στις ετήσιες πωλήσεις, στα 2,3 δισ. ευρώ, λόγω της αβεβαιότητας στις αγορές και της επιβράδυνσης στην Κίνα, μια αγορά-κλειδί για όλη τη βιομηχανία.
Η παρουσία του Armani στην εταιρεία ήταν παντού αισθητή. Ακόμη και στο τελευταίο έτος της ζωής του, παρέμενε εξαιρετικά δραστήριος: τον Οκτώβριο του 2024 παρουσίασε στη Νέα Υόρκη τη συλλογή Άνοιξη/Καλοκαίρι 2025, φορώντας σμόκιν στην πασαρέλα, ενώ ταυτόχρονα εγκαινίασε το Armani Building στη Madison Avenue – ένα έργο 12 ορόφων που συνδυάζει μπουτίκ, εστιατόριο και πολυτελή διαμερίσματα.
Η επιρροή του ξεπέρασε τη μόδα. Επεκτάθηκε στην αρχιτεκτονική, τα έπιπλα, τη φιλοξενία, τη φιλανθρωπία, ακόμα και στον αθλητισμό, ως ιδιοκτήτης της ομάδας μπάσκετ Olimpia Milano. Το μινιμαλιστικό στυλ του έγινε συνώνυμο της ιταλικής κομψότητας στον κόσμο.
Η διαδοχή του Armani έρχεται σε μια περίοδο προκλήσεων για τον κλάδο. Οι πολυεθνικοί όμιλοι πολυτελείας πιέζουν για συγκέντρωση ισχύος, ενώ η ζήτηση πολυτελών αγαθών παρουσιάζει αστάθεια λόγω γεωπολιτικών εντάσεων και επιβράδυνσης της κατανάλωσης. Παράλληλα, η εταιρεία εμπλέκεται σε ελέγχους των ιταλικών αρχών για την εφοδιαστική της αλυσίδα, αν και απαλλάχθηκε από την εποπτεία δικαστηρίου στο Μιλάνο μετά από κατηγορίες για εκμετάλλευση εργατών.
Για το Μιλάνο, η απώλειά του σημαίνει το τέλος μιας εποχής. Για τη βιομηχανία, ανοίγει η μεγάλη ερώτηση: θα μπορέσει η Armani SpA να μείνει ανεξάρτητη ή θα ακολουθήσει τον δρόμο των ανταγωνιστών της; Όποια κι αν είναι η απόφαση, το brand Armani παραμένει μια από τις πιο ισχυρές επωνυμίες πολυτελείας στον κόσμο, με ιστορία 50 χρόνων και μια κληρονομιά που δύσκολα θα σβήσει.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Τα δύο είδη τρέλας στις αμοιβές του Μασκ και ο στόχος του 1 τρισ.