Ελβετία: Η εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ διχάζει την κοινή γνώμη

Η εμπορική συμφωνία, που ανακοινώθηκε την Παρασκευή, προέβλεπε τη μείωση των δασμών στις ελβετικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ από 39% σε 15%

Μια άνευ προηγουμένου έντονη πολιτική αντιπαράθεση αλλά και την έκδηλη δυσφορία σημαντικού τμήματος της κοινής γνώμης προκαλεί η συμφωνία που υπέγραψαν οι Ηνωμένες Πολιτείες με την Ελβετία και μέσω της οποίας οι δυο χώρες διευθετούν το ζήτημα των εμπορικών δασμών.

Η νέα εμπορική συμφωνία της Ελβετίας με τις ΗΠΑ διχάζει τις απόψεις, καθώς η κυβέρνηση και οι ηγέτες του επιχειρηματικού κόσμου χαιρετίζουν την «επανεκκίνηση» της χώρας, ενώ οι επικριτές προειδοποιούν ότι ισοδυναμεί με ξεπούλημα προς το Λευκό Οίκο.

Η εμπορική συμφωνία, που ανακοινώθηκε την Παρασκευή, προβλέπει μείωση των δασμών στις ελβετικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ από 39% σε 15% και δέσμευση των ελβετικών εταιρειών να πραγματοποιήσουν επενδύσεις ύψους 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της υπόσχεσης να αυξήσουν την παραγωγή τους στην αμερικανική επικράτεια, αναφέρει το CNBC.

Ελβετία: Eπίθεση γοητείας

Η Ελβετία είχε ξεκινήσει μια εκστρατεία γοητείας πριν από τη συμφωνία, στέλνοντας μια ομάδα κορυφαίων Ελβετών διευθυντών – μεταξύ αυτών και οι επικεφαλής των κολοσσών της πολιτέλειας , Rolex και Richemont  -στις Ηνωμένες Πολιτείες στις αρχές Νοεμβρίου, με δώρα για τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, συμπεριλαμβανομένου ενός χρυσού ρολογιού Rolex και μιας ειδικά χαραγμένης ράβδου χρυσού.

Ενώ η πίεση που άσκησε η Ελβετία την βοήθησε να εξασφαλίσει τη νέα συμφωνία-πλαίσιο με τις ΗΠΑ, η συμφωνία προκάλεσε κριτική το Σαββατοκύριακο, σχολιάζει το CNBC.

Οι Πράσινοι, για παράδειγμα, χαρακτήρισαν τη συμφωνία «συμφωνία παράδοσης», με την ηγέτιδα του κόμματος Λίζα Ματσόνε να δηλώνει, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι «η ελβετική οικονομική ελίτ και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο υποκλίνονται στον Ντόναλντ Τραμπ», με τους Ελβετούς καταναλωτές και αγρότες να είναι πιθανό να πληρώσουν το τίμημα.

Το κόμμα αμφισβήτησε επίσης τη συμμετοχή στελεχών επιχειρήσεων, λέγοντας ότι η κυβέρνηση αγόρασε τη συμφωνία με «αμφισβητήσιμες μεθόδους και δώρα από χρυσό».

Ο Ελβετός υπουργός Οικονομίας Γκι Παρμελίν απέρριψε τις επικρίσεις ότι η συμφωνία ισοδυναμούσε με παράδοση στον Τραμπ και υπερασπίστηκε επίσης την αξιοποίηση  επιχειρηματικών ηγετών για να κερδίσει την εύνοια του Λευκού Οίκου.

«Δεν πουλήσαμε την ψυχή μας στον διάβολο», δήλωσε Παρμελίν σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Tagesanzeiger αυτό το Σαββατοκύριακο, προσθέτοντας ότι ήταν «ικανοποιημένος» με τη συμφωνία και υποδηλώνοντας ότι θα μπορούσε ακόμα να τροποποιηθεί και να βελτιωθεί.
«Θα ήμουν περήφανος αν επιστρέφαμε σε δασμούς μηδενικού ποσοστού. Ήταν ένας μακρύς δρόμος και το αποτέλεσμα είναι το καλύτερο που μπορούσαμε να επιτύχουμε. Πάνω απ’ όλα, μας δίνει ένα σημείο εκκίνησης για τις επόμενες διαπραγματεύσεις», δήλωσε στην εφημερίδα σε σχόλια που μεταφράστηκαν από το Google.

Ο Ελβετός υπουργός Οικονομίας είπε ότι οι επιχειρηματίες που ταξίδεψαν στην Ουάσινγκτον ήταν εκεί μόνο για να «εξηγήσουν τη θέση τους» και πώς οι δασμοί επηρεάζουν το εμπόριο. Παραδέχτηκε, ωστόσο, ότι το ταξίδι είχε θετική επίδραση στις συνομιλίες.

«Αλλά είναι αλήθεια: έχουν επιρροή επειδή έχουν πολλές καλές επαφές στις ΗΠΑ — και όχι μόνο με την οικογένεια Τραμπ. Μερικοί είναι φίλοι του επειδή παίζουν γκολφ μαζί του. Εγώ δεν παίζω γκολφ, αυτό είναι ίσως το μειονέκτημά μου,  αλλά έτσι είναι η ζωή», δήλωσε ο Παρμελίν.

«Επανεκκίνηση», αλλά επιτυχία ούτως ή άλλως;

Οι ηγέτες της ελβετικής βιομηχανίας είναι σίγουρα ανακουφισμένοι που επιτεύχθηκε μια συμφωνία-πλαίσιο, αλλά θα χρειαστεί χρόνος για την εφαρμογή της. Εξακολουθούν να υπάρχουν ερωτηματικά σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες, όπως το αν η Ελβετία θα πρέπει να δεχτεί εισαγωγές κρέατος από τις ΗΠΑ, όπως το χλωριωμένο κοτόπουλο ή το βοδινό κρέας που έχει υποστεί ορμονική επεξεργασία, τα οποία είναι αμφιλεγόμενα στην Ευρώπη, ως μέρος των ατελών διμερών δασμολογικών ποσοστώσεων που έχουν συμφωνηθεί κατ’ αρχήν.

Η συμφωνία-πλαίσιο δεν είναι δεσμευτική, καθώς θα πραγματοποιηθούν περισσότερες συνομιλίες για την οριστικοποίηση των λεπτομερειών της συμφωνίας, η οποία τελικά θα πρέπει να εγκριθεί από το ελβετικό κοινοβούλιο και, ενδεχομένως, από το κοινό μέσω δημοψηφίσματος.

«Θα στείλουν πολλές βιομηχανίες εδώ στις Ηνωμένες Πολιτείες — φαρμακευτικά προϊόντα, χυτήρια χρυσού, σιδηροδρομικό εξοπλισμό — οπότε είμαστε πολύ ενθουσιασμένοι για αυτή τη συμφωνία και για το τι σημαίνει για την αμερικανική βιομηχανία».

Οι Ελβετοί κατασκευαστές είναι επίσης λιγότερο ανήσυχοι για τη συμφωνία, σύμφωνα με τον Στέφαν Μπουμπάχερ, διευθύνοντα σύμβουλο της Swissmem, μιας ένωσης που εκπροσωπεί τις βιομηχανίες μηχανολογικού και ηλεκτρολογικού εξοπλισμου, οι οποίες -όπως είπε-  είχαν σημειώσει πτώση 15% στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ από τον Αύγουστο, με τους εξαγωγείς μηχανημάτων να έχουν πληγεί ακόμη περισσότερο.

«Για τα μέλη μας, υπάρχει μεγάλη ανακούφιση, γιατί πρώτα απ’ όλα, η μείωση από 39% σε 15% μας φέρνει στο ίδιο επίπεδο με τους κύριους ανταγωνιστές μας από την Ευρώπη και την Ιαπωνία, είπε παραδεχόμενος στο «Europe Early Edition» του CNBC ότι τους τελευταίους τρεις μήνες υπήρξε μια πτώση των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ μεταξύ 15% και 40%.

Οι ΗΠΑ ήταν αισιόδοξες για τη συμφωνία την Παρασκευή, με τον εκπρόσωπο των ΗΠΑ για το εμπόριο Τζέιμσον Γκρίρ να δηλώνει στο CNBC ότι η επένδυση 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων της Ελβετίας στις ΗΠΑ θα τονώσει την εγχώρια οικονομία.

Οι δασμοί συρρικνωσαν 0,5% την ελβετική οικονομία

Τα προκαταρκτικά στοιχεία που δημοσίευσε το ελβετικό υπουργείο Οικονομίας τη Δευτέρα έδειξαν ότι η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,5% το τρίτο τρίμηνο του 2025. Η συρρίκνωση, σύμφωνα με το υπουργείο, «οφείλεται στην απότομη πτώση της προστιθέμενης αξίας στον τομέα των χημικών και φαρμακευτικών προϊόντων, ενώ η βιομηχανία στο σύνολό της κατέγραψε αρνητική ανάπτυξη».

Ο Αλεσάντρο Μπί, οικονομολόγος της UBS, δήλωσε σε ανάλυση τη Δευτέρα ότι, παρά τη συμφωνία-πλαίσιο μεταξύ των ΗΠΑ και της Ελβετίας, το βασικό σενάριο της UBS ήταν ότι η ελβετική οικονομία θα σημειώσει αύξηση του ΑΕΠ κατά περίπου 1% το 2026, η οποία, όπως σημείωσε, «είναι αισθητά χαμηλότερη από τη μέση αύξηση 1,9% τα τελευταία 15 χρόνια».

«Η ανάπτυξη θα πρέπει να υποστηριχθεί από την εγχώρια οικονομία, ενώ δεν αναμένουμε σημαντική ώθηση από το εξωτερικό εμπόριο», δήλωσε ο οικονομολόγος της UBS, προειδοποιώντας ότι παρά τη μείωση των δασμών, «οι δασμοί στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ παραμένουν σημαντικοί και είναι πιθανό να επιβραδύνουν σημαντικά την αύξηση των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος».

Σημειώνοντας ότι περίπου το ήμισυ των ελβετικών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ προέρχεται από τη φαρμακευτική βιομηχανία, η οποία δεν επηρεάστηκε ποτέ από το δασμό 39%, ο Αλεσάντρο Μπί, δήλωσε ότι οποιαδήποτε μετεγκατάσταση μέρους της φαρμακευτικής παραγωγής στις ΗΠΑ — την οποία έχουν επισημάνει ορισμένες ελβετικές φαρμακευτικές εταιρείες — θα μπορούσε να πλήξει περαιτέρω την οικονομία.

Πηγή: ot.gr

Διαβάστε επίσης: Γιατί οι μεγαλύτεροι θεσμικοί επενδυτές δεν ανησυχούν για φούσκα στην ΑΙ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ