Από την Amazon και τη Meta έως τη UPS, πολυεθνικοί κολοσσοί περικόπτουν θέσεις εργασίας, δηλώνοντας ξεκάθαρα ότι οι απολύσεις σχετίζονται με την ικανότητα της τεχνητής νοημοσύνης να κάνει εργασίες για τις οποίες προηγουμένως χρειάζονταν άνθρωποι. Όμως πέρα από τον αντίκτυπο που έχει αυτή η νέα πραγματικότητα στην απασχόληση, την κατανάλωση και την πραγματική οικονομία, πλέον ανοίγει και η συζήτηση για τις επιπτώσεις της τεχνητής νοημοσύνης στα κρατικά ταμεία. Λιγότεροι εργαζόμενοι σημαίνει λιγότεροι φορολογούμενοι και άρα πολλοί έχουν κιόλας αρχίσει να αναρωτιούνται: Εάν οι μηχανές αντικαθιστούν τους εργαζόμενους στις δουλειές τους, δεν θα έπρεπε να καλύψουν και τους φόρους που οι άνθρωποι αυτοί δεν θα πληρώνουν πια;
Η εργασία, μέσω του φόρου εισοδήματος και των εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία, αποτελεί έναν από τους πυλώνες των φορολογικών συστημάτων όλων των χωρών. Και οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις που θα έχει ο αυτοματισμός στην φορολογική βάση των κρατών αυτών δεν είναι κάτι νέο. Το 2019, ο νομπελίστας Edmund Phelps πρότεινε έναν φόρο στα ρομπότ, ώστε να καταστεί εφικτή η διατήρηση των κοινωνικών επιδομάτων των ανθρώπων. Λίγο νωρίτερα, ο ιδρυτής της Microsoft (μιας εταιρείας που έχει κυκλοφορήσει το δικό της εργαλείο τεχνητής νοημοσύνης, το Copilot), Bill Gates, είχε προτείνει να επιβάλλονται στα ρομπότ οι ίδιοι φόροι που θα πλήρωναν οι άνθρωποι, για τις δουλειές που τους «κλέβουν».
«Η τάση προς τον αυτοματισμό και την τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των φορολογικών εσόδων. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, περίπου το 85% των ομοσπονδιακών φορολογικών εσόδων προέρχεται από το εισόδημα από την εργασία», λέει στην El Pais ο Sanjay Patnaik, διευθυντής του Center for Regulation and Markets στο Brookings Institute. Η δική του πρόταση προς τις κυβερνήσεις είναι να αντιμετωπίσουν «τους κινδύνους που θέτει η τεχνητή νοημοσύνη» αυξάνοντας τη φορολογία των κεφαλαιακών κερδών αντί να θεσπίσουν έναν συγκεκριμένο φόρο στο AI, λόγω των δυσκολιών στον σχεδιασμό ενός τέτοιου φόρου και των στρεβλώσεων που θα μπορούσε να δημιουργήσει.
Έτσι και αλλιώς, οι προβλέψεις για τον αντίκτυπο που θα έχει η τεχνητή νοημοσύνη στην απασχόληση και τις οικονομίες χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα. Η Goldman Sachs, για παράδειγμα, προβλέπει ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα ενισχύσει το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 7% την επόμενη δεκαετία, ενώ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υπολογίζει ότι θα προσθέσει 0,8 ποσοστιαίες μονάδες στην ετήσια ανάπτυξη από σήμερα και έως το 2030.
Από την άλλη πλευρά, ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας (ILO) υπολογίζει ότι ένας στους τέσσερις εργαζόμενους, κυρίως στις πλούσιες χώρες, κάνει μια δουλειά που έχει κάποιο βαθμό έκθεσης στην τεχνητή νοημοσύνη. Βέβαια, το ILO προβλέπει ότι οι περισσότερες δουλειές θα αλλάξουν, αλλά δεν θα εξαφανιστούν.
Πάντως, ο Daniel Waldenström, καθηγητής στο Stockholm Institute for Industrial Economics, απορρίπτει την ιδέα ενός φόρου ειδικά για την τεχνητή νοημοσύνη, λέγοντας ότι ακόμα και στις ΗΠΑ, όπου οι τεχνολογίες αυτές χρησιμοποιούνται περισσότερο, δεν καταγράφεται σημαντική αύξηση της ανεργίας. Άλλωστε, εξηγεί, ο σχεδιασμός ενός τέτοιου φόρου θα ήταν μια δύσκολη υπόθεση. «Τι είναι ο αυτοματισμός, τα ρομπότ ή η τεχνητή νοημοσύνη; Ένα τσιπ, μια ανθρωποειδής μηχανή, μια εφαρμογή ή ένα πρόγραμμα υπολογιστή; Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να το ορίσουμε με ακρίβεια. Θα πρέπει να συνεχίσουμε να φορολογούμε ό,τι ήδη υπάρχει: Το εισόδημα από την εργασία, την κατανάλωση και τα κεφαλαιακά κέρδη».
Με το θέμα ασχολήθηκε και το ΔΝΤ, αλλά η έκθεσή του που δημοσιεύτηκε το καλοκαίρι δεν συνέστησε τη φορολόγηση του AI, καθώς κάτι τέτοιο θα υπονόμευε την παραγωγικότητα και θα προκαλούσε στρεβλώσεις, κάλεσε όμως τις κυβερνήσεις να παρακολουθούν τις εξελίξεις με προσοχή. Ανάμεσα στις προτάσεις του ήταν η αύξηση των φόρων επί του κεφαλαίου, η δημιουργία ενός συμπληρωματικού φόρου για τα υπερκέρδη των επιχειρήσεων και η αναθεώρηση των φορολογικών κινήτρων για την καινοτομία, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και άλλα άυλα περιουσιακά στοιχεία που, ενώ ενισχύουν την παραγωγικότητα, μπορούν επίσης να αντικαταστήσουν ανθρώπινες θέσεις εργασίας.
«Σε πολλές οικονομίες του ΟΟΣΑ, έχουμε δει αύξηση στους φόρους εισοδήματος και μείωση στους φόρους κεφαλαίου», δηλώνει στην El Pais ο Carl Frey, καθηγητής του AI και της Εργασίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Αυτό το σύστημα δίνει κίνητρα στις εταιρείες να επενδύουν περισσότερο στον αυτοματισμό παρά σε τεχνολογίες που δημιουργούν θέσεις εργασίας, εξηγεί. «Η αντιμετώπιση αυτής της ανισορροπίας είναι απαραίτητη για την υποστήριξη των τεχνολογιών που δημιουργούν θέσεις εργασίας του μέλλοντος».
Πραγματικά, η Amazon ανακοίνωσε αύξηση 38% στα κέρδη της και επενδύσεις πολλών εκατομμυρίων δολαρίων στην τεχνητή νοημοσύνη, ενώ παράλληλα περιέκοψε 14.000 θέσεις εργασίας σε όλο τον κόσμο.
Την ίδια στιγμή, ενώ οι φορολογικοί συντελεστές για τις επιχειρήσεις έχουν μειωθεί στις χώρες του ΟΟΣΑ, από το 33% το 2000 στο 25% σήμερα, η λεγόμενη «φορολογική σφήνα» (tax wedge, δηλαδή η συνολική επιβάρυνση των εργαζόμενων από τον φόρο εισοδήματος και τις ασφαλιστικές εισφορές) έχει μειωθεί μόνο κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες στο ίδιο διάστημα, από το 36,2% στο 34,9%.
Πηγή: moneyreview.gr
Διαβάστε επίσης: Ινδία: Ανησυχίες μετά την απόφαση των αρχών να επιβάλουν εφαρμογή κυβερνοασφάλειας στα κινητά

