Η Αγγλία βρίσκεται αντιμέτωπη με μία από τις πιο βαθιές κοινωνικές κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας της. Η στεγαστική ανασφάλεια δεν αφορά πλέον μόνο τις πιο ευάλωτες ομάδες, αλλά επεκτείνεται με ανησυχητικούς ρυθμούς σε εργαζόμενους, οικογένειες με παιδιά και ανθρώπους που μέχρι πρόσφατα θεωρούσαν τη ζωή τους «σταθερή». Περισσότεροι από 382.000 άνθρωποι ζουν σήμερα χωρίς μόνιμη στέγη, ένας αριθμός που αυξάνεται σταθερά και αποτυπώνει ένα σύστημα που δείχνει να μην μπορεί να προστατεύσει το πιο βασικό κοινωνικό αγαθό: το σπίτι.
Από αυτούς, περισσότεροι από 175.000 είναι παιδιά. Παιδιά που μεγαλώνουν σε δωμάτια ξενοδοχείων, σε πρόχειρα καταλύματα, σε χώρους που δεν προορίζονταν ποτέ για μόνιμη διαβίωση. Η καθημερινότητά τους χαρακτηρίζεται από έλλειψη σταθερότητας, συχνές μετακινήσεις, δυσκολίες στο σχολείο και έντονη ψυχολογική πίεση. Η παιδική ηλικία, που θα έπρεπε να συνδέεται με ασφάλεια και φροντίδα, μετατρέπεται σε μια παρατεταμένη κατάσταση αβεβαιότητας.
Το Λονδίνο βρίσκεται στο επίκεντρο της κρίσης. Η πρωτεύουσα συγκεντρώνει δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό των αστέγων, με χιλιάδες ανθρώπους να ζουν είτε στον δρόμο είτε σε προσωρινές δομές που χρηματοδοτούνται από τους δήμους. Κάθε βράδυ, χιλιάδες κοιμούνται σε πεζοδρόμια, εισόδους κτιρίων ή κάτω από γέφυρες, συχνά αθέατοι από μια κοινωνία που έχει αρχίσει να συνηθίζει αυτή την εικόνα.
Οι αιτίες της κρίσης είναι σύνθετες και βαθιά δομικές. Τα ενοίκια έχουν αυξηθεί με ρυθμούς που ξεπερνούν κατά πολύ την άνοδο των μισθών, καθιστώντας τη στέγη απρόσιτη για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Παράλληλα, η προσφορά κοινωνικής και προσιτής κατοικίας έχει μειωθεί δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς μεγάλα αποθέματα δημόσιας στέγης ιδιωτικοποιήθηκαν χωρίς να αντικατασταθούν. Το αποτέλεσμα είναι μια αγορά που λειτουργεί με όρους κερδοσκοπίας, αφήνοντας εκτός όσους δεν μπορούν να ανταγωνιστούν οικονομικά.
Πρόβλημα οι τιμές
Η κρίση του κόστους ζωής επιδείνωσε περαιτέρω την κατάσταση. Η αύξηση των τιμών στην ενέργεια, στα τρόφιμα και στις βασικές υπηρεσίες έχει οδηγήσει χιλιάδες νοικοκυριά σε οικονομικό αδιέξοδο. Ακόμη και άνθρωποι με σταθερή εργασία αδυνατούν πλέον να καλύψουν ενοίκιο και λογαριασμούς ταυτόχρονα. Έτσι, αναδύεται ένας νέος τύπος άστεγου: ο «εργαζόμενος άστεγος», που έχει εισόδημα αλλά όχι σπίτι.
Οι τοπικές αρχές βρίσκονται σε οριακό σημείο. Οι δήμοι δαπανούν τεράστια ποσά για προσωρινή στέγαση, συχνά σε ξενοδοχεία χαμηλής ποιότητας, χωρίς όμως να μπορούν να προσφέρουν μακροπρόθεσμες λύσεις. Οι λίστες αναμονής για κοινωνική κατοικία μεγαλώνουν, ενώ οι διαθέσιμες κατοικίες δεν επαρκούν. Ουσιαστικά, το κράτος διαχειρίζεται τα συμπτώματα της κρίσης χωρίς να αντιμετωπίζει τις αιτίες της.
Οι κοινωνικές συνέπειες είναι ήδη ορατές. Η έλλειψη στέγης συνδέεται με επιδείνωση της σωματικής και ψυχικής υγείας, αύξηση της σχολικής διαρροής και ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων. Ολόκληρες γενιές παιδιών κινδυνεύουν να ξεκινήσουν τη ζωή τους με σοβαρό μειονέκτημα, όχι λόγω προσωπικών επιλογών, αλλά λόγω συστημικών αποτυχιών.
Η συζήτηση που ανοίγει πλέον στην Αγγλία είναι βαθύτερη: είναι η στέγη εμπόρευμα ή κοινωνικό δικαίωμα; Όσο η πολιτική απάντηση παραμένει ασαφής και οι παρεμβάσεις αποσπασματικές, η κρίση θα συνεχίσει να διογκώνεται. Και μαζί της, θα μεγαλώνει και το χάσμα ανάμεσα σε εκείνους που έχουν ένα σπίτι και σε εκείνους που, κυριολεκτικά, δεν έχουν πού να σταθούν.
Πηγή: ot.gr

