A. Mάτσας: Η αγορά εργασίας έχει απορρυθμιστεί

Ο Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ, Ανδρέας Φ. Μάτσας, εξηγεί στο Economy Today γιατί η μείωση της κάλυψης από συλλογικές συμβάσεις οδηγεί σε απορρύθμιση, χαμηλότερους μισθούς και αστάθεια στην απασχόληση.

Συνέντευξη στη Βάσια Καττή

«Η αγορά εργασίας παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια μεγάλη απορρύθμιση», αναφέρει ο Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ, Ανδρέας Φ. Μάτσας, σε συνέντευξή του στο Economy Today, αναλύοντας τους λόγους για τους οποίους η μείωση της κάλυψης από συλλογικές συμβάσεις έχει οδηγήσει σε συμπίεση μισθών και αποδυνάμωση της σταθερότητας. Παρά το γεγονός ότι η κυπριακή οικονομία βρίσκεται σε καθεστώς σχεδόν πλήρους απασχόλησης, η έλλειψη προσωπικού ιδιαίτερα στους τομείς της Φιλοξενίας και της Εστίασης, αποκαλύπτει τα κενά ενός συστήματος που χρειάζεται επαναρρύθμιση.

Ο κ. Μάτσας υπογραμμίζει πως η Πολιτεία και οι κοινωνικοί εταίροι οφείλουν να διαμορφώσουν ένα νέο πλαίσιο ισορροπίας, με επίκεντρο τις συλλογικές συμβάσεις, τη διασύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας αλλά και την προστασία των εργαζόμενων απέναντι στις νέες προκλήσεις που προκύπτουν από τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης και την Τεχνητή Νοημοσύνη.

Δεν είναι κυπριακό «προνόμιο»

Η κυπριακή οικονομία βρίσκεται σήμερα σε καθεστώς σχεδόν πλήρους απασχόλησης, όμως η έλλειψη προσωπικού είναι το νούμερο ένα πρόβλημα για τις επιχειρήσεις. Πώς ερμηνεύετε αυτό το φαινόμενο;

Οι συνθήκες σχεδόν πλήρους απασχόλησης επιβεβαιώνουν τους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας, αλλά και τις συνεπακόλουθες ανάγκες που προκύπτουν στην ίδια την αγορά εργασίας.

Σαφώς και το φαινόμενο της έλλειψης προσωπικού δεν αποτελεί «προνόμιο» της κυπριακής αγοράς εργασίας, αλλά διασυνδέεται και με τη διαφοροποίηση των χαρακτηριστικών σε συγκεκριμένους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, όπως βέβαια και με τις αλλαγές στην ίδια την αγορά εργασίας.

Η αξιοποίηση του θεσμικού πλαισίου του κοινωνικού διαλόγου και του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος θα μπορούσε να λειτουργήσει υποστηρικτικά στην κοινή προσπάθεια των κοινωνικών εταίρων, έτσι ώστε να γίνει ο καλύτερος δυνατός σχεδιασμός αντιμετώπισης των αναγκών.

Ξενοδοχεία και εστίαση στην πρώτη γραμμή των ελλείψεων

Ποιοι τομείς της Οικονομίας πλήττονται περισσότερο από την έλλειψη προσωπικού και ποιες παρεμβάσεις θεωρείτε αναγκαίες;

Παρά το γεγονός πως το πρόβλημα φαίνεται να αφορά και να αγγίζει οριζόντια την αγορά εργασίας, το ποσοστό των κενών θέσεων είναι διπλάσιο στα ξενοδοχεία και στην εστίαση, σε σχέση με τον μέσο όρο στο σύνολο της αγοράς εργασίας. Παρά ταύτα, είναι σημαντικό να σημειωθεί πως, εκεί όπου υπάρχει κάλυψη των εργαζόμενων μέσω συλλογικής σύμβασης, όπου οι όροι εργασίας είναι καλύτεροι, ομοίως και η επαγγελματική διασφάλιση, το ποσοστό των κενών θέσεων είναι σαφώς μικρότερο.

Με βάση αυτά τα διαμορφούμενα δεδομένα και ανάγκες επιβάλλεται η πιο συγκροτημένη και συνολική αναδιαμόρφωση της Στρατηγικής για την Απασχόληση Εργαζόμενων από Τρίτες Χώρες, έτσι ώστε να μπορεί να λειτουργεί εξισορροπητικά προς τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, χωρίς όμως να προάγει τον αθέμιτο ανταγωνισμό και την απορρύθμιση στην αγορά εργασίας. Παράλληλα, είναι σημαντικό όπως τεθούν συγκεκριμένα κριτήρια και προϋποθέσεις στην απασχόληση εργαζόμενων από Τρίτες Χώρες, έτσι ώστε να αποτρέπεται η εκμετάλλευση και η συσσώρευση ανειδίκευτου ανθρώπινου δυναμικού που πλήττει τελικά και την ίδια την παραγωγικότητα.

Η ανάγκη διασύνδεσης εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας

Υπάρχει επαρκής σύνδεση ανάμεσα στην εκπαίδευση και τις ανάγκες της αγοράς εργασίας; Πού εντοπίζετε τα μεγαλύτερα κενά;

Η ΣΕΚ έχει καταθέσει εισήγηση εδώ και αρκετά χρόνια, ως προς την ανάγκη διασύνδεσης των αναγκών της αγοράς εργασίας με το εκπαιδευτικό σύστημα, έτσι ώστε να μπορέσουν να προσεγγιστούν και αντιμετωπιστούν με επάρκεια οι μεταβαλλόμενες ανάγκες στην αγορά εργασίας. Παράλληλα, θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω η τεχνική εκπαίδευση, ενώ είναι σημαντική και η αναβάθμιση των συστημάτων μαθητείας. Η προώθηση των Μεταλυκειακών Ινστιτούτων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΜΙΕΕΚ) αποτελεί μία κίνηση προς την ορθή κατεύθυνση, χρειάζεται όμως ακόμη περισσότερη στόχευση.

Η κατάργηση του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (ΑΤΙ) έχει δημιουργήσει ένα σημαντικό κενό στη διασύνδεση της αγοράς εργασίας με το εκπαιδευτικό σύστημα και προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη διασύνδεση της Δευτεροβάθμιας και Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Σημαντικός είναι επίσης ο ρόλος που θα πρέπει να διαδραματίσει και ο επαγγελματικός προσανατολισμός, έτσι ώστε να γίνεται έγκαιρα η σωστή καθοδήγηση προς επιλογές που θα οδηγήσουν στην επαγγελματική αποκατάσταση.

Κομβικής σημασίας είναι επίσης και η συνεργασία ανάμεσα στα πανεπιστήμια και τις επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στον τομέα της Βιομηχανίας και της Μεταποίησης. Παράλληλα, οι εργοδότες θα πρέπει να επενδύσουν στην κατάρτιση και στην επανακατάρτιση του προσωπικού τους, αξιοποιώντας προγράμματα της ΑνΑΔ που έχουν ως στόχο τη βελτίωση και ενίσχυση των δεξιοτήτων των εργαζόμενων, έτσι ώστε να μπορούν να καλυφθούν οι αναπροσαρμοζόμενες ανάγκες στην αγορά εργασίας και να βελτιώνεται και η παραγωγικότητα. Δυστυχώς, αυτή η στόχευση δεν διαφαίνεται να αποτελεί προτεραιότητα, με αποτέλεσμα η Κύπρος να βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή των εργαζόμενων σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης. Η αναβάθμιση, αξιολόγηση, ενίσχυση και διεύρυνση της πιστοποίησης των πρότυπων επαγγελματικών προσόντων θα επιφέρει σίγουρα θετικές επιδράσεις στην όλη προσπάθεια.

«Ευελασφάλεια» και αξιοπρεπείς όροι εργασίας

Οι νέοι εργαζόμενοι ζητούν πιο ευέλικτες μορφές απασχόλησης και καλύτερο work-life balance. Πόσο έτοιμες είναι οι κυπριακές επιχειρήσεις να προσαρμοστούν σε αυτό;

Όταν γίνεται αναφορά σε ευέλικτες μορφές απασχόλησης, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή γιατί πολλές φορές αυτή η έννοια που μπορεί να προσεγγίζεται με θετική διάθεση, εμπεριέχει κινδύνους σε ό,τι αφορά την επαγγελματική κατοχύρωση των εργαζόμενων. Είναι για αυτό τον λόγο που από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα χρησιμοποιήθηκε ο όρος «ευελασφάλεια-flexicurity», σε μια προσπάθεια να διασυνδεθεί και να διασφαλιστεί η στήριξη και η επαγγελματική κατοχύρωση των εργαζόμενων σε ευέλικτη απασχόληση.

Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια, έχουν γίνει ιδιαίτερα σημαντικά βήματα στην προώθηση της ενίσχυσης της επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής (work-life balance), με αποτέλεσμα να έχουν ωριμάσει οι συνθήκες σε αρκετά μεγάλο βαθμό, έτσι ώστε πολλές επιχειρήσεις να μπορούν να υποστηρίξουν αυτή την επιλογή. Είναι σημαντικό να γνωρίζουν οι εργαζόμενοι τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, έτσι ώστε να διασφαλίζουν την ποιότητα και την αξιοπρέπεια στην εργασία τους. Υπενθυμίζεται πως πρόσφατα έχει προωθηθεί η νομοθεσία για την τηλεργασία, ως μια εναλλακτική και ευέλικτη μορφή απασχόλησης, όπως επίσης και η υποχρέωση του εργοδότη για τη διαφάνεια στους μισθούς, την ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα και την αποτροπή της όποιας διάκρισης, τις ευκαιρίες ανέλιξης έχοντας περιορίσει σύνδρομα του παρελθόντος όπως «ο γυάλινος τοίχος» και η «γυάλινη οροφή», που προωθούσαν τον έμφυλο διαχωρισμό στα επαγγέλματα, όπως και στις ευκαιρίες και δυνατότητες ανέλιξης, ενώ επιπρόσθετα έχουν γίνει σημαντικά βήματα για την κάλυψη προσιτής φροντίδας παιδιών. Η ανάγκη στοχευμένης κατάρτισης που θα δίνει τη δυνατότητα βελτίωσης ή και απόκτησης των απαιτούμενων δεξιοτήτων για ένταξη ή και επανένταξη στην αγορά εργασίας, στο πλαίσιο των νέων δεδομένων, αποτελεί κρίσιμη συνιστώσα για ομαλότερη μετάβαση.

 

 

Σε τροχιά απορρύθμισης

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αυξημένη κινητικότητα εργαζόμενων, με συχνές αλλαγές θέσης ή εργοδότη. Τι δείχνει αυτό για το πώς λειτουργεί σήμερα η αγορά εργασίας;

Δυστυχώς, η αγορά εργασίας παρουσιάζει τα τελευταία ιδιαίτερα χρόνια μεγάλη απορρύθμιση και αυτό το φαινόμενο της αυξημένης κινητικότητας εργαζόμενων οφείλεται μεταξύ άλλων και στη μείωση της κάλυψης του αριθμού των εργαζόμενων από συλλογικές συμβάσεις. Αυτό οδηγεί σε μη ικανοποιητικούς όρους απασχόλησης, χαμηλές απολαβές, περισσότερες ώρες εργασίας, ενδεχομένως χαμηλότερα επίπεδα ασφάλειας και υγείας, περιορισμένες δυνατότητες και ευκαιρίες ανέλιξης και γενικότερα ελλιπείς συνθήκες ποιοτικής εργασίας που να προδιαθέτει προοπτικές σταθερότητας και μονιμότητας.

Παράλληλα, οι χαλαρώσεις που έχουν γίνει στη Στρατηγική για την Απασχόληση Εργαζόμενων από Τρίτες Χώρες, έχουν περιορίσει σε μεγάλο βαθμό τις ρυθμίσεις. Ως αποτέλεσμα, η Κύπρος παρουσιάζει, με βάση τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ξένων εργαζόμενων (26%), γεγονός που οδηγεί αναπόφευκτα και σε συμπίεση των μισθών, ιδιαίτερα σε κάποιους τομείς Οικονομικής Δραστηριότητας.

Το στοιχείο αυτό επιβεβαιώνει από μόνο του την απορρύθμιση που καταγράφεται στην αγορά εργασίας, όπως βέβαια και την έλλειψη επαγγελματικής κουλτούρας, η οποία να μπορεί να δημιουργήσει ελκυστικότερες συνθήκες και δεδομένα, μέσα από ολοκληρωμένη προσέγγιση, κυρίως μέσω και των συλλογικών συμβάσεων, όπου να συνυπάρχουν οι απολαβές, τα κίνητρα, η κατάρτιση, η ασφάλεια και υγεία, η ανέλιξη και τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα, όπως είναι τα Ταμεία Προνοίας.

Προς μια πιο ισορροπημένη αγορά εργασίας

Ποιες θεωρείτε ότι πρέπει να είναι οι προτεραιότητες της Πολιτείας και των κοινωνικών εταίρων για να διασφαλιστεί μια πιο ισορροπημένη και βιώσιμη αγορά εργασίας τα επόμενα χρόνια;

Καταρχάς, θα πρέπει να επανέλθει η ομαλή λειτουργία του θεσμικού κοινωνικού διαλόγου, ως βασική συνιστώσα συνεργασία ανάμεσα στους κοινωνικούς εταίρους, όπως και παραγωγής πολιτικών και νομοθετικού πλαισίου για την ενίσχυση της κοινωνικοοικονομικής και εργασιακής ανάπτυξης.

Παράλληλα, θα πρέπει να δημιουργηθούν συνθήκες ομαλής μετάβασης στο διαφοροποιούμενο περιβάλλον της αγοράς εργασίας, δίνοντας τη δυνατότητα απόκτησης, βελτίωσης και αναβάθμισης των απαιτούμενων δεξιοτήτων για μεγαλύτερη θετική ανταπόκριση στα νέα δεδομένα.

Είναι επίσης σημαντικός ο στοχευμένος σχεδιασμός των πολιτικών και των απαραίτητων στρατηγικών που θα δημιουργήσουν τις αναγκαίες και ικανές συνθήκες για δίκαιη και ισόρροπη ανάπτυξη, μέσω της οποίας θα διασφαλίζεται η ποιότητα και η αξιοπρέπεια στην εργασία.

Σε αυτό το πλαίσιο, επιβάλλεται η ενίσχυση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας προς όφελος τόσο της απασχόλησης όσο και των εργαζόμενων, όπως και τη διαχείριση της Τεχνητής Νοημοσύνης με τρόπο που δεν θα υποκαθιστά ή θα υποβαθμίζει τον ανθρώπινο παράγοντα και που θα οδηγεί σε συνθήκες καλύτερης διαχείρισης του κόστους ζωής, διασφαλίζοντας παράλληλα προσιτή στέγη μέσα και από τη δημιουργία συνθηκών κοινωνικής συνοχής.

Είναι επίσης επιβεβλημένη η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που παρέχει η Οδηγία για τον Ευρωπαϊκό Κατώτατο μισθό, έτσι ώστε να σχεδιαστεί η στρατηγική, μαζί με το ανάλογο νομοθετικό υπόβαθρο, για επέκταση της εφαρμογής των συλλογικών συμβάσεων, η οποία θα επιφέρει βελτίωση των όρων, των συνθηκών και των ωφελημάτων από την απασχόληση.

Τέλος, είναι εξίσου σημαντική η βελτίωση του κατώτατου μισθού, διασυνδέοντάς τον με το κόστος ζωής, όπως και με την ωριαία του απόδοση, ενώ ιδιαίτερα σημαντική και επωφελής μπορεί να αποβεί η εν εξελίξει μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος, δίνοντας μεγαλύτερη στήριξη στις νέες οικογένειες, μέσα και από στοχευμένη επιδοματική πολιτική στη βάση της σύνθεσης της οικογένειας. Σημαντική συνιστώσα προς αυτή την κατεύθυνση, θα αποτελέσει και η ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, διασφαλίζοντας πως η εργασία μπορεί να δώσει πραγματική στήριξη και στη συνταξιοδότηση.

Σε ένα συνεχώς και έντονα μεταβαλλόμενο κοινωνικό, οικονομικό, ενεργειακό, γεωπολιτικό και εργασιακό περιβάλλον, οφείλουμε να βρισκόμαστε σε εγρήγορση αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες που παρέχονται για έγκαιρη και συνολική ρύθμιση και αντιμετώπιση των προκλήσεων, διασφαλίζοντας την κοινωνικά δίκαιη, ισορροπημένη και βιώσιμη ανάπτυξη, βασική συνιστώσα της οποίας αποτελεί μια σωστά ρυθμισμένη αγορά εργασίας.

Διαβάστε επίσης: Σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης αλλά χωρίς τις απαραίτητες δεξιότητες

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ