Του Bill Dudley
Η αγορά κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ εκπέμπει ένα ολοένα και πιο ανησυχητικό μήνυμα. Από την περασμένη εβδομάδα, οι επενδυτές ζητούν μεγαλύτερη απόδοση για να αντισταθμίσουν τον πρόσθετο κίνδυνο του μακροπρόθεσμου δανεισμού στην αμερικανική κυβέρνηση. Τον Οκτώβριο, πριν από την εκλογή του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, το premium του 10ετούς ήταν κοντά στο μηδέν.
Το μήνυμα είναι: Η Αμερική γίνεται όλο και λιγότερο ελκυστική για τους παγκόσμιους επενδυτές, τη στιγμή που η κυβέρνησή της τους χρειάζεται περισσότερο από ποτέ.
Πού οφείλεται η μειωμένη όρεξη για κρατικά ομόλογα; Πρώτον, οι αποδόσεις των ξένων ανταγωνιστών τους έχουν αυξηθεί: Το 10ετές ομόλογο της Ιαπωνίας προσφέρει 1,5%, από λιγότερο από 1% στις αρχές Οκτωβρίου. Έπειτα, υπάρχει ο εμπορικός πόλεμος του Τραμπ. Αντί να ανατιμηθεί, όπως θα περίμενε κανείς εν μέσω υψηλότερων δασμών, η - σταθμισμένη ως προς το εμπόριο - αξία του δολαρίου έχει μειωθεί κατά περίπου 5% από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του ο πρόεδρος τον Ιανουάριο, γεγονός που υποδηλώνει μια φθίνουσα ξένη ζήτηση για τα assets των ΗΠΑ.
Σε αυτό έρχεται να προστεθεί η δεινή δημοσιονομική κατάσταση της αμερικανικής κυβέρνησης, η οποία επιδεινώνεται αντί να βελτιώνεται. Το δημοσιονομικό έλλειμμα ήταν κατά 23% υψηλότερο τους πρώτους επτά μήνες του τρέχοντος έτους σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου εκτιμά ότι το "μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο" του Τραμπ θα προσθέσει 2,3 τρισεκατομμύρια δολάρια στο έλλειμμα σε ορίζοντα 10ετίας - και αυτό βασίζεται σε πολύ αισιόδοξες υποθέσεις. Θα είναι πολύ μεγαλύτερο αν υπάρξει ύφεση, αν το κόστος δανεισμού συνεχίσει να αυξάνεται, αν οι δημοφιλείς φορολογικές ελαφρύνσεις (όπως στα φιλοδωρήματα και τις υπερωρίες) παραταθούν αντί να λήξουν το 2029, αν οι εμπορικές πολιτικές υπονομεύσουν την παραγωγικότητα ή αν οι περιορισμοί στη μετανάστευση περιορίσουν την προσφορά εργασίας.
Μια απλή αύξηση του επιτοκίου του δημόσιου χρέους των ΗΠΑ κατά 10 μονάδες βάσης θα πρόσθετε 351 δισεκατομμύρια δολάρια στο δεκαετές έλλειμμα. Μια απλή ετήσια επιβράδυνση κατά 10 μονάδες βάσης στην αύξηση της παραγωγικότητας ή σε αυτή του εργατικού δυναμικού θα πρόσθετε 388 δισεκατομμύρια δολάρια ή 184 δισεκατομμύρια δολάρια, αντίστοιχα.
Ένα συνεχιζόμενο αρνητικό αποτέλεσμα θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν επικίνδυνο φαύλο κύκλο, στον οποίο τα δημοσιονομικά ελλείμματα και το κόστος δανεισμού θα ωθούν το ένα το άλλο υψηλότερα. Είναι σαφές ότι αυτό δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί για πάντα. Μόνο μια δημοσιονομική συστολή, όπως η λιτότητα που επέβαλε η αγορά ομολόγων στην κυβέρνηση του τότε προέδρου Μπιλ Κλίντον τη δεκαετία του 1990, θα μπορούσε να σπάσει τον κύκλο.
Ένα σημείο καμπής θα μπορούσε να αποδειχθεί μια αντιπαράθεση μεταξύ της Βουλής και της Γερουσίας σχετικά με τα σχέδια της κυβέρνησης Τραμπ για τις δαπάνες και τη φορολογία. Εάν οι νομοθέτες δεν συμφωνήσουν να αυξήσουν το όριο χρέους της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, το υπουργείο Οικονομικών θα ξεμείνει πιθανότατα από κεφάλαια για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, κάποια στιγμή τον Αύγουστο. Εάν αυξήσουν το όριο, η έκδοση ομολόγων θα εκτοξευθεί, καθώς το υπουργείο Οικονομικών θα πασχίζει να αντιμετωπίσει τόσο τη χρηματοδότηση του ελλείμματος όσο και την αναπλήρωση του ταμειακού του υπολοίπου στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα. Σε κάθε περίπτωση, η πίστη της αγοράς στην Αμερική θα περάσει από μια σοβαρή δοκιμασία.
Πηγή: capital.gr
Διαβάστε επίσης: Κίνα: Απορρίπτει τις αμερικανικές κατηγορίες για παραβίαση εμπορικής συμφωνίας