Με το βλέμμα στραμμένο στη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις 11 Σεπτεμβρίου, δύο μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Αυστριακός Μάρτιν Κότσερ και η Γερμανίδα Ίζαμπελ Σνάμπελ, τοποθετήθηκαν υπέρ μιας προσεκτικής στάσης απέναντι στη νομισματική πολιτική.
Ο Κότσερ, που πρόσφατα αντικατέστησε τον γνωστό για τη «σκληρή» γραμμή του Ρόμπερτ Χόλτσμαν, μιλώντας στο πρακτορείο APA τόνισε ότι υπάρχουν διαφορετικές απόψεις στο εσωτερικό της ΕΚΤ για το κατάλληλο επίπεδο επιτοκίων, αλλά κατέστησε σαφές ότι ευθυγραμμίζεται με τα μέλη που εισηγούνται προσοχή τις επόμενες εβδομάδες. Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι η τράπεζα θα διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια στην προσεχή συνεδρίαση.
Από την πλευρά της, η Σνάμπελ, σε συνέντευξή της στο Reuters, υπογράμμισε ότι η οικονομία της Ευρώπης παραμένει ανθεκτική παρά τις εμπορικές αναταράξεις από τις ΗΠΑ, ωστόσο προειδοποίησε πως οι πληθωριστικές πιέσεις ενδέχεται να είναι ισχυρότερες από τις τρέχουσες προβλέψεις. «Πιστεύω ότι ίσως ήδη βρισκόμαστε σε ήπια διευκολυντική πολιτική και δεν βλέπω λόγο για περαιτέρω μείωση επιτοκίων», ανέφερε, επισημαίνοντας ότι οι δασμοί έχουν συνολικά πληθωριστική επίδραση.
Η Γερμανίδα αξιωματούχος τόνισε ότι ο κίνδυνος για τον πληθωρισμό παραμένει στραμμένος προς τα πάνω, εξαιτίας της αύξησης του κόστους τροφίμων στις ΗΠΑ, της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής και των εμπορικών δασμών. Απέρριψε δε τους φόβους για παρατεταμένη πτώση κάτω από τον στόχο, λέγοντας πως μετά από χρόνια υψηλού πληθωρισμού δεν θεωρεί πιθανή την αποσταθεροποίηση των προσδοκιών.
Παράλληλα, εκτίμησε ότι το κόστος δανεισμού διεθνώς ίσως αυξηθεί νωρίτερα από όσο αναμένεται, λόγω εμπορικών εξελίξεων, κρατικών δαπανών και δημογραφικών πιέσεων. «Το σημείο όπου οι κεντρικές τράπεζες θα αρχίσουν ξανά να αυξάνουν τα επιτόκια μπορεί να έρθει νωρίτερα από ό,τι πιστεύουν πολλοί», είπε χαρακτηριστικά.
Η Σνάμπελ δεν παρέλειψε να σχολιάσει και τις επιθέσεις του Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ κατά της Fed, προειδοποιώντας ότι τυχόν απώλεια της ανεξαρτησίας της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας θα προκαλούσε άνοδο των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επιτοκίων και θα επηρέαζε αρνητικά το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ.
Η σύγκλιση απόψεων των δύο αξιωματούχων αποτυπώνει το κλίμα που επικρατεί στο Διοικητικό Συμβούλιο, όπου παρά τις διαφορετικές εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό, φαίνεται να επικρατεί η γραμμή της σταθερότητας και της αποφυγής βεβιασμένων κινήσεων.
Σε χθεσινές δηλώσεις της η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ ότι έχει επιτευχθεί ο στόχος της σταθερότητας τιμών και θα κάνει ό,τι χρειάζεται για να διατηρήσει τον πληθωρισμό υπό έλεγχο. «Ο στόχος για τον πληθωρισμό είναι το 2% και θα συνεχίσουμε να λαμβάνουμε τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουμε ότι οι τιμές παραμένουν σταθερές», τόνισε μιλώντας στο Radio Classique.
Από την πλευρά του ο Γκεντιμίνας Σίμκους, δήλωσε ότι η ΕΚΤ ενδέχεται να χρειαστεί να προχωρήσει σε μείωση επιτοκίων τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με το Econostream Media.
Ο Λιθουανός κεντρικός τραπεζίτης ανέφερε ότι «δεν θα εκπλαγεί αν ο Άγιος Βασίλης έρθει με ψαλίδι», όπως μεταδόθηκε σε ανάρτηση στο X που επικαλέστηκε συνέντευξή του.
Πρόσθεσε ότι είναι «πιο πιθανό παρά απίθανο» να υπάρξει νέα μείωση και ότι οι αξιωματούχοι θα μπορούσαν ενδεχομένως να συζητήσουν κίνηση ήδη τον Οκτώβριο, εφόσον υπάρξουν ενδείξεις επιδείνωσης της οικονομίας.
Υπάρχουν «πολλές δυνάμεις που δείχνουν προς χαμηλότερο μελλοντικό πληθωρισμό», τόνισε ο Σίμκους, σύμφωνα με το Econostream. «Οι κίνδυνοι για την οικονομία και τον πληθωρισμό παραμένουν στραμμένοι προς τα κάτω».
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Στερλίνα – Βρετανικά ομόλογα: Στη δίνη των πωλήσεων