Πράσινη μετάβαση: Η ΕΕ σε λεπτή ισορροπία ανάμεσα στη φιλοδοξία και το κόστος

    Η ΕΕ αντιμετωπίζει τη δυσάρεστη πραγματικότητα ότι η πράσινή της μετάβαση κινδυνεύει να υπονομεύσει την οικονομική της ανθεκτικότητα

    Η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε μια δύσκολη επιλογή. Ο δρόμος προς την κλιματική ουδετερότητα παραμένει ανοιχτός, αλλά γίνεται όλο και πιο ανηφορικός, καθώς οι κυβερνήσεις προειδοποιούν ότι οι οικονομίες τους δεν αντέχουν το αυξανόμενο κόστος των στόχων για τις εκπομπές ρύπων. Οι ηγέτες της ΕΕ φτάνουν σήμερα στις Βρυξέλλες διχασμένοι ως προς το πόσο γρήγορα και πόσο μακριά πρέπει να προχωρήσει η πράσινη μετάβαση. Κεντρικό σημείο αντιπαράθεσης είναι η πρόταση της Κομισιόν για μείωση των εκπομπών κατά 90% έως το 2040 σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Αντί για συγκεκριμένο στόχο, αναμένεται να επικεντρωθούν σε «ευνοϊκές προϋποθέσεις» που θα προστατεύουν επιχειρήσεις και καταναλωτές από υψηλότερους λογαριασμούς — και πιθανή πολιτική δυσαρέσκεια.

    «Όλα εξαρτώνται από τον αντίκτυπο των μέτρων για το κλίμα στην οικονομία», εξηγεί ο αναλυτής της BloombergNEF, Χουάν Τσανγκ. «Υπάρχει ανησυχία ότι οι κανονισμοί μείωσης εκπομπών, σε συνδυασμό με το υψηλό ενεργειακό κόστος, τροφοδοτούν τον πληθωρισμό και πλήττουν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας».

    Η ενεργειακή μετάβαση απειλεί την οικονομία

    Η ΕΕ αντιμετωπίζει τη δυσάρεστη πραγματικότητα ότι η ενεργειακή της μετάβαση κινδυνεύει να υπονομεύσει την οικονομική της ανθεκτικότητα. Την ώρα που οι ΗΠΑ και η Κίνα προχωρούν με φθηνότερη ενέργεια και γενναίες κρατικές ενισχύσεις, οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες χάνουν έδαφος. Το αυξημένο κόστος απειλεί να αποδυναμώσει το ευρωπαϊκό βιομηχανικό υπόβαθρο — ακόμη κι αν η ΕΕ παραμένει πρωτοπόρος στην κλιματική πολιτική.

    Ένας κατακερματισμένος διάλογος

    Η πρόκληση της Πέμπτης θα είναι να βρεθεί κοινός τόπος ανάμεσα σε χώρες με διαφορετικούς πόρους, πλούτο και βιομηχανική ισχύ. Οι διπλωμάτες παραδέχονται ότι το κλίμα χάνει σταδιακά προτεραιότητα, καθώς τα κράτη στρέφουν την προσοχή τους στην άμυνα και στις εμπορικές ισορροπίες. Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, ζητά πιο αργό ρυθμό μείωσης των εκπομπών στο σύστημα εμπορίας ρύπων, προκειμένου να προστατευθούν οι ενεργοβόρες βιομηχανίες της. «Η απανθρακοποίηση δεν πρέπει ποτέ να σημαίνει αποβιομηχάνιση», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Λαρς Κλινγκμπάιλ.

    Οι γερμανικοί όμιλοι BASF και SKW Stickstoffwerke πιέζουν για περισσότερα δωρεάν δικαιώματα εκπομπών, ώστε να αποφύγουν απότομες αυξήσεις κόστους. Παράλληλα, η Γαλλία επιδιώκει ενίσχυση των εμπορικών μέτρων και αυστηρότερο μηχανισμό συνοριακής προσαρμογής άνθρακα, για να προστατεύσει τους χαλυβουργούς της από τον διεθνή ανταγωνισμό. Η Φινλανδία και η Σουηδία ζητούν αναθεώρηση των κανόνων για τα δάση.

    Το βάρος του ενεργειακού κόστους

    Η ΕΕ έχει σημειώσει πρόοδο: το 2023, οι ανανεώσιμες πηγές κάλυψαν το 24,5% της κατανάλωσης ενέργειας, τριπλάσιο ποσοστό σε σχέση με το 2004. Παρά τη μείωση των τιμών χονδρικής μετά την ενεργειακή κρίση του 2022, η βιομηχανία εξακολουθεί να πληρώνει διπλάσια τιμή ρεύματος από ΗΠΑ και Κίνα, σύμφωνα με τα στοιχεία του BusinessEurope.

    Δύσκολες δεκαετίες στον ορίζοντα

    Η επόμενη φάση μείωσης εκπομπών θα είναι ακόμη πιο δύσκολη, καθώς οι νέες τεχνολογίες όπως η δέσμευση άνθρακα και το υδρογόνο παραμένουν ακριβές και χρονοβόρες. «Τα εύκολα βήματα έχουν ήδη γίνει», τονίζει στο Bloomberg η Λίντα Κάλχερ από το think tank Strategic Perspective. «Οι παραγωγοί ρεύματος έχουν εγκαταλείψει τον άνθρακα· από εδώ και πέρα θα χρειαστούν πιο σύνθετες λύσεις».

    Το ETS2, το δεύτερο ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας ρύπων, θα επιβάλει κόστος εκπομπών και στις μεταφορές και στα κτήρια — προκαλώντας φόβους πολιτικού κόστους. Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δεσμεύθηκε να προσαρμόσει το σύστημα ώστε να αποφευχθεί κοινωνική αντίδραση, όπως τo κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων το 2018 στη Γαλλία.

    Η ΕΚΤ εκτιμά ότι το ETS2 μπορεί να προσθέσει έως 0,4 ποσοστιαίες μονάδες στον πληθωρισμό της Ευρωζώνης το 2027, ενώ η Goldman Sachs προβλέπει αύξηση 0,2 μονάδων.

    Η κλιματική ηγεσία της Ευρώπης δοκιμάζεται και διεθνώς. Η δεύτερη αποχώρηση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ από τη Συμφωνία των Παρισίων και οι προσπάθειές του να μπλοκάρει διεθνείς πρωτοβουλίες, όπως ο φόρος στις ναυτιλιακές εκπομπές, υπονομεύουν την παγκόσμια συνεργασία. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι αυτό θα δυσκολέψει τις διαπραγματεύσεις της COP30 στη Βραζιλία, ενώ ενθαρρύνει όσους αντιτίθενται στις φιλόδοξες πολιτικές της ΕΕ. «Χάνουμε τις ΗΠΑ», λέει ο Γιος Ντελμπέκε, πρώην κορυφαίο στέλεχος της Κομισιόν. «Η Ευρώπη πρέπει να βρει τρόπο να αντέξει τον ανταγωνισμό της Κίνας χωρίς να χάσει το ηθικό της πλεονέκτημα».

    Τι ακολουθεί

    Η Σύνοδος Κορυφής αναμένεται να χαράξει την πολιτική κατεύθυνση για τους υπουργούς Περιβάλλοντος που θα επιδιώξουν κοινή θέση στο στόχο του 2040. Η οριστική έγκριση της μείωσης κατά 90% θα χρειαστεί ενισχυμένη πλειοψηφία, όχι ομοφωνία. Ωστόσο, η αμφιθυμία πολλών κρατών για το πώς θα προχωρήσει η πράσινη μετάβαση σε τομείς όπως η γεωργία, οι μεταφορές και η βιομηχανία, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο νέας πολιτικής αναμέτρησης τον Νοέμβριο στις Βρυξέλλες.

    Πηγή: newmoney.gr

    Διαβάστε επίσης: Πώς η AI επιδεινώνει τη λειψυδρία στην ΕΕ

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ