Παραμονές Πρωτοχρονιάς, η αισιοδοξία φαίνεται να κερδίζει έδαφος στη γερμανική οικονομία για πρώτη φορά μετά από χρόνια: 19 από τις 46 εργοδοτικές ενώσεις που συμμετείχαν σε έρευνα του Γερμανικού Οικονομικού Ινστιτούτου (IW), αναμένουν υψηλότερη παραγωγή τη νέα χρονιά, σε σχέση με το 2025. Μόνο 9 από τις ενώσεις προβλέπουν μείωση των δραστηριοτήτων.
Οι οικονομικές προβλέψεις για το 2026 προβλέπουν ότι η γερμανική οικονομία θα βιώσει τουλάχιστον μια μικρή ανάκαμψη μετά από τρία έτη ύφεσης ή ισχνής οικονομικής δραστηριότητας. Αναμένεται αύξηση του ΑΕΠ από 0,8 έως 1,3%. «Αυτή η ανάπτυξη είναι πιθανό να οφείλεται κυρίως σε έκτακτες επιπτώσεις: δισεκατομμύρια σε κυβερνητικές δαπάνες για υποδομές όπως δρόμοι και σιδηρόδρομοι, καθώς και στην άμυνα. Επιπλέον, περισσότερες αργίες πέφτουν Σαββατοκύριακα, με αποτέλεσμα περισσότερες εργάσιμες ημέρες από ό,τι το 2025».
Δεν υπάρχει ισχυρή δυναμική
«Το ελαφρώς θετικό ισοζύγιο, ωστόσο, δεν υποδηλώνει ισχυρή οικονομική δυναμική», προειδοποιεί το ινστιτούτο, με έδρα την Κολωνία. Αυτό αποδεικνύεται επίσης από τις προσδοκίες των ενώσεων σχετικά με τις επενδύσεις: Ναι μεν, 11 ενώσεις αναμένουν περισσότερες επενδύσεις από ό,τι το 2025, αλλά άλλες 14 αναφέρουν μείωση.
«Όποιος ήλπιζε σε ένα γρήγορο και ολοκληρωμένο τέλος της οικονομικής κρίσης, θα απογοητευτεί ξανά το 2026», συνοψίζει ο Διευθυντής του IW, Μίκαελ Χούτερ. «Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη», λέει, «καθώς οι υποκείμενες συνθήκες – αβεβαιότητα, αδύναμο εμπόριο και υψηλό κόστος – έχουν αλλάξει ελάχιστα .Σε αυτά προστίθενται τα εμπορικά εμπόδια και οι τελωνειακοί δασμοί στις παγκόσμιες επιχειρήσεις».
Οι αυτοκινητοβιομηχανίες, η χαρτοβιομηχανία και η κλωστοϋφαντουργία, για παράδειγμα, προετοιμάζονται για χειρότερες μέρες.
Οι πιο αισιόδοξοι στην τρέχουσα έρευνα βρίσκονται κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών, ο οποίος περιλαμβάνει τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες.
Στη βιομηχανία, μόνο ο αεροδιαστημικός τομέας αναμένει ένα σημαντικά καλύτερο οικονομικό έτος το 2026, καθώς είναι πιθανό να επωφεληθεί από την αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Το ινστιτούτο με έδρα την Κολωνία εξηγεί ότι το υψηλό κόστος στη Γερμανία είναι ιδιαίτερα προβληματικό για τη βιομηχανία στον διεθνή ανταγωνισμό. Σε αυτό προστίθενται τα εμπορικά εμπόδια και οι τελωνειακοί δασμοί στις παγκόσμιες επιχειρήσεις.
Ασχημες προοπτικές απασχόλησης
Σύμφωνα με την έρευνα του IW, οι περικοπές θέσεων εργασίας θα συνεχιστούν σε πολλούς τομείς τη νέα χρονιά: Οι 22 από τις 46 ενώσεις αναμένουν μείωση του εργατικού δυναμικού το 2026. Μόνο 9 ενώσεις προβλέπουν αύξηση των εργαζομένων, ενώ 15 αναμένουν σταθερά επίπεδα απασχόλησης.
«Αν θέλουμε να επιστρέψουμε σε μια τροχιά ανάπτυξης, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν ακόμα πολλή δουλειά να κάνουν», λέει ο Χούτερ, απευθύνοντας έκκληση στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση να συνεχίσει την πορεία των μεταρρυθμίσεων, προκειμένου να μην θέσει σε κίνδυνο την εύθραυστη ανοδική τάση.
Αλλά και η Bundesbank κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: Ο προϋπολογισμός πρόκειται να ξεφύγει από τον έλεγχο, προειδοποιεί η Ομοσπονδιακή Τράπεζα, εκτιμώντας ότι η κυβέρνηση του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς δεν έχει ένα αξιόπιστο σχέδιο για τον περιορισμό του δημόσιου χρέους.
Επικίνδυνη η δημοσιονομική πολιτική
«Το μήνυμα που έστειλε η Bundesbank στον Γερμανό Καγκελάριο δεν εμπεριέχει μια παραδοσιακή τεχνική ανάλυση, αλλά μάλλον μια ρητή πολιτική και θεσμική προειδοποίηση, κάτι που είναι πολύ σπάνιο για την κεντρική τράπεζα», σημειώνει η Berliner Zeitung. Συνήθως, η Bundesbank διατηρεί μια συνετή στάση, χωρίς ποτέ να εμπλέκεται σε σύγκρουση με την κυβέρνηση.
Στη μηνιαία έκθεσή της του Δεκεμβρίου, ανέφερε ότι το δημόσιο έλλειμμα, που σήμερα ανέρχεται στο 2,5% του ΑΕΠ, θα φτάσει το 4,8% σε τρία χρόνια και το χρέος στο 68% του ΑΕΠ. Ενα τέτοιο επίπεδο ελλείμματος, σημειώνει η γερμανική εφημερίδα, δεν έχει παρατηρηθεί από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, αμέσως μετά την επανένωση της Γερμανίας.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Bundesbank, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα υπερβεί το συνταγματικό όριο χρέους σε τρία χρόνια και προς το παρόν δεν υπάρχουν συγκεκριμένα μέτρα για την αποτροπή αυτής της υπέρβασης. Ως εκ τούτου, η δημοσιονομική πολιτική της Γερμανίας δεν είναι μόνο επικίνδυνη, αλλά και δυνητικά αντισυνταγματική.
Ζήτημα εξουσίας
Κατά συνέπεια, το οικονομικό ζήτημα γίνεται και ζήτημα εξουσίας. «Το ζήτημα για τη Γερμανία δεν είναι πλέον μόνο «πόσο είναι το χρέος», που έχει συσσωρευτεί, αλλά ποιος ελέγχει στην πραγματικότητα τις δημόσιες δαπάνες. Σύμφωνα με την γερμανική εφημερίδα, όταν η Bundesbank αμφισβητεί ανοιχτά εάν ο καγκελάριος Μερτς εξακολουθεί να έχει τον έλεγχο των δαπανών, θέτει υπό αμφισβήτηση την ικανότητα της κυβέρνησης, την πολιτική της εξουσία.
Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια έμμεση αλλά πολύ ισχυρή επίθεση στην κυβέρνηση Μερτς, η οποία έχει εκφράσει την πρόθεσή της να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες και να επενδύσει σε υποδομές, με στόχο να καταστήσει τη Γερμανία ικανή να δράσει ξανά.
Η Bundesbank ουσιαστικά καταρρίπτει αυτή τη στρατηγική, δείχνοντας ότι η αύξηση του ελλείμματος προέρχεται από μόνιμες και όχι προσωρινές δαπάνες.
Από αυτή την άποψη, η Γερμανική Κεντρική Τράπεζα επικρίνει το στρατηγικό κενό, την έλλειψη ενός σχεδίου Β από την πλευρά του Μερτς. Προειδοποιεί ότι η γερμανική κυβέρνηση αναβάλλει το πρόβλημα, ελπίζοντας ότι η μελλοντική ανάπτυξη θα λύσει τα πάντα.
Η σύγκρουση του 2026
Το 2026 θα μπορούσε να είναι το έτος κατά το οποίο οι Γερμανοί θα αποφασίσουν ποιος θα επιβάλει τους κανόνες του προϋπολογισμού: η κυβέρνηση, το Συνταγματικό Δικαστήριο ή η Bundesbank. «Θα μπορούσε να ξεσπάσει μια σύγκρουση μεταξύ πολιτικών και θεσμών σχετικά με τον έλεγχο των γερμανικών δημόσιων οικονομικών», προειδοποιεί η γερμανική εφημερίδα.
Το συνδικάτο IG Metall πιστεύει πάντως ότι τουλάχιστον η γερμανική βιομηχανία έχει την ευθύνη να συνεργαστεί με τους πολιτικούς και τους εργαζομένους για να απεγκλωβιστεί από τη βαθιά κρίση.
Η Πρόεδρος του IG Metall , Κριστιάνε Μπένερ κάνει λόγο για «ακραίες προκλήσεις για τη γερμανική οικονομία».
Η επικεφαλής του μεγαλύτερου συνδικάτου της Γερμανίας αξιώνει στοχευμένες ευρωπαϊκές επενδύσεις στην ψηφιοποίηση και τις μελλοντικές τεχνολογίες. «Πολλά διακυβεύονται», λέει η Μπένερ. «Χωρίς βιομηχανία, η Γερμανία είναι μια φτωχή χώρα. Και αν η ευημερία εξαφανιστεί, θέτουμε σε κίνδυνο τη δημοκρατία μας».
Πηγή: ot.gr
Διαβάστε επίσης: Πρόεδρος ΚΕΒΕ: Το 2026 θα είναι κομβικό για την πορεία της κυπριακής οικονομίας

