Ένα απλό βαμβακερό T-shirt, από αυτά που αγοράζουμε συχνά χωρίς δεύτερη σκέψη, απαιτεί περίπου 2.700 λίτρα νερού για να παραχθεί -ποσότητα ίση με το νερό που πίνει ένας άνθρωπος σε περίπου τρία χρόνια. Κι όμως, στην εποχή της fast fashion, το μπλουζάκι αυτό μπορεί να φορεθεί λίγες φορές και να καταλήξει στον κάδο απορριμμάτων μέσα σε πέντε μήνες. Η φθηνή τιμή, οι συνεχώς μεταβαλλόμενες τάσεις και η μαζική παραγωγή έχουν μετατρέψει τα ρούχα από διαχρονικά αγαθά σε αναλώσιμα προϊόντα.
Για να παραχθεί ένα απλό T-shirt απαιτούνται 2.700 λίτρα, ποσότητα ίση με το νερό που πίνει ένας άνθρωπος σε περίπου τρία χρόνια.
Στην Ευρώπη, κάθε πολίτης παράγει κατά μέσο όρο 12 κιλά υφαντουργικών αποβλήτων ετησίως. Από αυτά, μόλις το 1% ανακυκλώνεται ώστε να μετατραπεί σε νέα ρούχα. Τα υπόλοιπα καταλήγουν σε χωματερές, καίγονται ή εξάγονται σε τρίτες χώρες, συχνά με σοβαρές κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες. Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και αρκετά κράτη-μέλη επιχειρούν τα τελευταία χρόνια να επιβραδύνουν τη fast fashion όχι μόνο με εκκλήσεις για υπεύθυνη κατανάλωση, αλλά με ένα πιο ισχυρό εργαλείο: τη φορολογία.
Η fast fashion ως περιβαλλοντικό πρόβλημα
Η βιομηχανία της μόδας συγκαταλέγεται στις πιο ρυπογόνες παγκοσμίως. Καταναλώνει τεράστιες ποσότητες νερού, ενέργειας και πρώτων υλών, ενώ ευθύνεται για σημαντικό ποσοστό εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Παράλληλα, η χρήση συνθετικών ινών, όπως ο πολυεστέρας, οδηγεί στη ρύπανση των ωκεανών με μικροπλαστικά, τα οποία εισέρχονται στην τροφική αλυσίδα.
Η fast fashion επιτείνει το πρόβλημα μέσω ενός επιχειρηματικού μοντέλου που βασίζεται στην υπερπαραγωγή και στην ταχύτατη ανανέωση συλλογών. Κάποιες μεγάλες αλυσίδες λανσάρουν δεκάδες νέες «μίνι συλλογές» τον χρόνο, ενθαρρύνοντας την υπερκατανάλωση και υποβαθμίζοντας την έννοια της ποιότητας και της διάρκειας.
Από την ηθική στη νομοθεσία
Για χρόνια, η αντιμετώπιση των παραπάνω βασίστηκε κυρίως στην ευαισθητοποίηση των καταναλωτών και στην εθελοντική δέσμευση των εταιρειών. Ωστόσο, τα αποτελέσματα αποδείχθηκαν περιορισμένα. Έτσι, η Ευρώπη άρχισε να μετατοπίζεται από τη ρητορική της «ατομικής ευθύνης» σε θεσμικές παρεμβάσεις. Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (Green Deal) και της Στρατηγικής της ΕΕ για τα Βιώσιμα και Κυκλικά Κλωστοϋφαντουργικά Προϊόντα, η μόδα αντιμετωπίζεται πλέον ως ζήτημα περιβαλλοντικής πολιτικής. Κεντρικός στόχος είναι να γίνουν τα ρούχα πιο ανθεκτικά, επισκευάσιμα και ανακυκλώσιμα, αλλά και να καταστεί η υπερπαραγωγή οικονομικά ασύμφορη.
H Ευρωπαϊκή Ένωση και αρκετά κράτη-μέλη επιχειρούν τα τελευταία χρόνια να επιβραδύνουν τη fast fashion με ένα ισχυρό εργαλείο: τη φορολογία. Photo: 123RF
Φόροι και τέλη – ένα νέο εργαλείο πίεσης
Ένα από τα βασικά εργαλεία που χρησιμοποιούν τα ευρωπαϊκά κράτη είναι οι φόροι και τα τέλη που συνδέονται άμεσα με την παραγωγή και τη διάθεση ενδυμάτων. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, έχει τεθεί σε εφαρμογή σύστημα «διευρυμένης ευθύνης παραγωγού», σύμφωνα με το οποίο οι εταιρείες μόδας υποχρεούνται να πληρώνουν εισφορές ανάλογα με τον όγκο των προϊόντων που διαθέτουν στην αγορά. Όσο περισσότερα ρούχα παράγουν -και όσο λιγότερο βιώσιμα είναι- τόσο υψηλότερο το κόστος. Παράλληλα, εξετάζονται πρόσθετοι φόροι για ρούχα χαμηλής ποιότητας ή για προϊόντα που δεν πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια ανθεκτικότητας και ανακυκλωσιμότητας. Η λογική είναι απλή: αν η fast fashion βασίζεται στο «πολύ και φθηνό», η φορολογία μπορεί να καταστήσει αυτό το μοντέλο λιγότερο κερδοφόρο.
Φόρος στα απόβλητα και απαγόρευση καταστροφής αποθεμάτων
Ένα ακόμη κρίσιμο μέτρο αφορά τη διαχείριση των απούλητων αποθεμάτων. Στο παρελθόν, πολλές εταιρείες κατέστρεφαν ρούχα για να προστατεύσουν το brand τους. Σήμερα, χώρες όπως η Γαλλία, έχουν απαγορεύσει την καταστροφή απούλητων ενδυμάτων, επιβάλλοντας πρόστιμα και φορολογικές κυρώσεις. Επιπλέον, ορισμένα κράτη εφαρμόζουν τέλη ταφής ή καύσης υφαντουργικών αποβλήτων, ενθαρρύνοντας την ανακύκλωση και την επαναχρησιμοποίηση. Όσο ακριβότερο γίνεται να πετάς ρούχα, τόσο μεγαλύτερο το κίνητρο να τα επαναφέρεις στον κύκλο ζωής της κατανάλωσης.
Διαμαρτυρία της Greenpeace με fast fashion ρούχα μπροστά από την Πύλη του Βρανδεμβούργου, 2025. Xώρες όπως η Γαλλία, έχουν απαγορεύσει την καταστροφή απούλητων ενδυμάτων, επιβάλλοντας πρόστιμα και φορολογικές κυρώσεις.
Η ευρωπαϊκή στρατηγική όμως δεν περιορίζεται μόνο σε μέτρα “τιμωρίας”, καθώς παράλληλα με τους φόρους, εισάγονται και φορολογικά κίνητρα για βιώσιμες πρακτικές. Μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ για επισκευές ρούχων, επιδοτήσεις για ανακυκλωμένα υλικά και ενισχύσεις σε μικρές, τοπικές επιχειρήσεις μόδας αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας μετάβασης σε κυκλική οικονομία. Η βασική ιδέα είναι να γίνει πιο ελκυστικό -και οικονομικά συμφέρον- το να επιδιορθώνεις, να μεταποιείς ή να αγοράζεις μεταχειρισμένα ρούχα, αντί να καταναλώνεις συνεχώς καινούρια.
Αλλάζει πραγματικά το μοντέλο;
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν η φορολογία μπορεί πράγματι να επιβραδύνει τη fast fashion. Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι το κόστος θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές, πλήττοντας κυρίως τα χαμηλότερα εισοδήματα. Από την άλλη πλευρά, οι υποστηρικτές των μέτρων επισημαίνουν ότι το σημερινό χαμηλό κόστος των ρούχων δεν αντικατοπτρίζει το πραγματικό περιβαλλοντικό και κοινωνικό τίμημα της παραγωγής τους.
Η Ευρώπη φαίνεται να ποντάρει στο ότι, όπως συνέβη με τον καπνό ή τα πλαστικά μιας χρήσης, η φορολογία μπορεί να αλλάξει συμπεριφορές. Όχι από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά σταδιακά, επαναπροσδιορίζοντας το τι θεωρούμε «φθηνό». Σε έναν κόσμο λοιπόν, όπου ένα T-shirt κοστίζει λιγότερο από έναν καφέ, ίσως η φορολογία να είναι το εργαλείο που θα μας θυμίσει την πραγματική αξία των πραγμάτων που φοράμε.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Σε επίπεδα ρεκόρ οι ρωσικές εξαγωγές LNG στην Κίνα (πίνακας)




