Με αργά βήματα η πορεία προς τα ξενόγλωσσα

Ο δρόμος άνοιξε για τα δημόσια πανεπιστήμια, αλλά είναι γεμάτος εμπόδια - Το νωρίτερο το 2026 τα πρώτα προγράμματα, αλλά το πιο ρεαλιστικό σενάριο «δείχνει» 2027 - Ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Κύπρου κρούει τον κώδωνα για ασάφειες στο νομοθετικό πλαίσιο, «παράλογες» προϋποθέσεις και αχρείαστους περιορισμούς.

Της Βάσιας Καττή

Η ψήφιση του νομοσχεδίου που επιτρέπει στα δημόσια πανεπιστήμια να προσφέρουν ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών θεωρείται ορόσημο για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Μετά από χρόνια συζητήσεων, διαβουλεύσεων και έντονων διαφωνιών, η Ολομέλεια έδωσε το πράσινο φως. Η νομοθεσία που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, όμως, αφήνει πίσω της περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις.

Τι προνοεί το νομοσχέδιο

Παρά τις έντονες αντιπαραθέσεις και την πολύμηνη ένταση στην Επιτροπή Παιδείας, τον Ιούλιο ψηφίστηκε τελικά το νομοσχέδιο που επιτρέπει την προσφορά ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών από τα δημόσια πανεπιστήμια της χώρας.

Η Ολομέλεια της Βουλής ψήφισε στις 10 Ιουλίου κατά πλειοψηφία το νομοσχέδιο, μετά από μακρά συζήτηση με πρωτολογίες και δευτερολογίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ψήφιση ήρθε μετά από σχεδόν μια δεκαετία δημόσιας και κοινοβουλευτικής συζήτησης για ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών στα δημόσια πανεπιστήμια της Κύπρου.

Το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε τροποποιεί τη νομοθεσία που διέπει το Πανεπιστήμιο Κύπρου και το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο, επιτρέποντας πλέον την προσφορά προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών σε γλώσσες εκτός των επίσημων της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και στην προσφορά διαπανεπιστημιακών προγραμμάτων σπουδών.

Παράλληλα, ρυθμίζεται η διαδικασία καθορισμού και αναθεώρησης των διδάκτρων για τα προπτυχιακά προγράμματα, στη βάση του πραγματικού κόστους, το οποίο θα ελέγχεται από το Υπουργείο Οικονομικών. Τα προγράμματα θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενα και το νομοσχέδιο δεν θα επηρεάσει τα δημόσια οικονομικά.

Η εισδοχή μέσω των Παγκύπριων Εξετάσεων στα υφιστάμενα ελληνόφωνα προγράμματα παραμένει ώς έχει και δεν επηρεάζεται.

Όσον αφορά τα ξενόγλωσσα προγράμματα, αυτά θα προσφέρονται υπό αυστηρές προϋποθέσεις:

  • Δεν θα ξεπερνούν το 20% των υφιστάμενων προπτυχιακών προγραμμάτων.
  • Θα χρειάζεται εγγραφή τουλάχιστον 15 φοιτητών κατά την έναρξη του ακαδημαϊκού έτους για να ξεκινήσει η λειτουργία τους.
  • Η προσφορά τους δεν θα επηρεάζει τα υφιστάμενα ελληνόφωνα προγράμματα.
  • Τα ίδια προγράμματα θα πρέπει να προσφέρονται και σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας.
  • Θα απαιτείται έγκριση από τον/την εκάστοτε Υπουργό Παιδείας (εκτός των διαπανεπιστημιακών).

Καταργείται η πρόνοια για υποχρεωτική προσωπική συνέντευξη των υποψήφιων φοιτητών, ενώ παρέχεται η δυνατότητα σε μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού να διδάσκουν στα ξενόγλωσσα προγράμματα, εφόσον διεκπεραιώνουν όλες τους τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα που απορρέουν από την υφιστάμενη νομοθεσία και κανονισμούς.

Τέλος, το Υπουργικό Συμβούλιο υποχρεούται κάθε χρόνο, μέχρι τον Ιούνιο, να δημοσιοποιεί τον κατάλογο των εγκεκριμένων ξενόγλωσσων προγραμμάτων, τον αριθμό των διαθέσιμων θέσεων και το ύψος των διδάκτρων.

Μετ’ εμποδίων το πράσινο φως

Η συζήτηση διεξήχθη σε κλίμα έντονης αντιπαράθεσης, με βουλευτές από όλα τα κόμματα να διασταυρώνουν τα επιχειρήματά τους.

Ο ανεξάρτητος βουλευτής Ανδρέας Θεμιστοκλέους μίλησε για «εξαπάτηση του λαού» και παραβίαση της ισονομίας μέσω «πίσω πόρτας» για αποφοίτους ιδιωτικών σχολείων, ενώ από πλευράς ΕΔΕΚ, οι Ανδρέας Αποστόλου και Ηλίας Μυριάνθους τάχθηκαν υπέρ της αυτονομίας και εξωστρέφειας των πανεπιστημίων, σημειώνοντας ότι η ρύθμιση έπρεπε να είχε έρθει προ πολλού και ότι συμβάλλει στην αντιμετώπιση των παράνομων πανεπιστημίων στα κατεχόμενα.

Ο Αλέκος Τρυφωνίδης της ΔΗΠΑ τάχθηκε υπέρ της διεθνοποίησης με σωστό σχεδιασμό, ενώ από το ΔΗΚΟ, οι Παύλος Μυλωνάς και Νικόλας Παπαδόπουλος τόνισαν ότι το νομοσχέδιο ισορροπεί ανάμεσα στα δικαιώματα μαθητών δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων, με τον δεύτερο να κάνει λόγο για «κινδυνολογία» και να υπενθυμίζει ότι ήδη τα ιδιωτικά πανεπιστήμια προσφέρουν αγγλόγλωσσα προγράμματα.

Από το ΑΚΕΛ, ο Χρίστος Χριστοφίδης προειδοποίησε για εισαγωγή διδάκτρων στα δημόσια προπτυχιακά και λογική «πώλησης προγραμμάτων» και ο Γιώργος Λουκαΐδης τόνισε ως αδιαπραγμάτευτη τη δωρεάν δημόσια παιδεία κάνοντας λόγο για «εκπαιδευτικό και κοινωνικό έγκλημα». Ο Άντρος Κυπριανού σχολίασε ότι «ακόμη και στην παιδεία, τα πάντα μετρώνται με το χρήμα», ενώ η Ειρήνη Χαραλαμπίδου ανέφερε ότι οι ξένοι φοιτητές θα καταστούν πρεσβευτές για τη χώρα μας και ότι το Πανεπιστήμιο Κύπρου πρέπει να ανταγωνιστεί ελεύθερα τα ελληνικά ΑΕΙ που ήρθαν στην Κύπρο.

Από τον ΔΗΣΥ, ο Αβέρωφ Νεοφύτου τόνισε ότι πρέπει να έχουν δικαίωμα τα δημόσια πανεπιστήμια για ξενόγλωσσα με δίδακτρα ώστε να είναι αυτοχρηματοδοτούμενα, ενώ ο Κυριάκος Χατζηγιάννης κάλεσε όσους έχουν στοιχεία περί «πώλησης πτυχίων» να τα καταθέσουν και επισήμανε τη σημασία αμυντικής ικανότητας των δικών μας πανεπιστημίων. Ο Γιώργος Κάρουλλας είπε ότι καταβλήθηκε προσπάθεια για να απαντηθούν ανησυχίες και να έχουμε τα παιδιά στο επίκεντρο, ενώ ο Πρόδρομος Αλαμπρίτης επεσήμανε ότι στόχος είναι η διεθνοποίηση, απορρίπτοντας επικρίσεις για υποβάθμιση της δημόσιας παιδείας.

Η πρόεδρος της Βουλής Αννίτα Δημητρίου υπενθύμισε ότι το θέμα συζητείται δεκαετίες και τόνισε το δικαίωμα φοίτησης σε όσους δεν εξασφαλίζουν θέση με τις παγκύπριες, μέσω των υιοθετούμενων τροπολογιών.

Υπουργός Παιδείας: Γεφυρώνουμε την Κύπρο με τον κόσμο

Η υπουργός Παιδείας, Αθηνά Μιχαηλίδου, σε σχετική ανακοίνωση ανέφερε πως η ψήφιση από τη Βουλή της νομοθεσίας για την προσφορά ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών από τα δημόσια πανεπιστήμια αποτελεί ιστορική τομή και ένα κρίσιμο βήμα που εκκρεμούσε εδώ και επτά χρόνια.

«Πρόκειται για μια θεσμική εξέλιξη που ενισχύει την εξωστρέφεια των δημόσιων πανεπιστημίων μας, διευρύνει τις δυνατότητες προσέλκυσης ξένων φοιτητών και δημιουργεί νέες προοπτικές για διεθνείς συνεργασίες. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η θεσμική πρόνοια για την ίδρυση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Κύπρο, στη βάση ενός αυστηρού και διαφανούς νομοθετικού πλαισίου. Η πολιτική αυτή δεν είναι συγκυριακή. Είναι στρατηγική επιλογή που στοχεύει στη διεθνοποίηση του πανεπιστημιακού χώρου και στην ανάδειξη της Κύπρου ως περιφερειακό κόμβο γνώσης και καινοτομίας». 

Η ίδια σημείωσε επίσης ότι η Κύπρος επενδύει στην Ανώτερη Εκπαίδευση όχι μόνο ως δημόσιο αγαθό, αλλά και ως βασικό αναπτυξιακό πυλώνα της οικονομίας της, προσθέτοντας πως «με τη δημιουργία ενός ισχυρού θεσμικού πλαισίου, διασφαλίζουμε ότι η διεθνοποίηση συμβαδίζει με την αναβάθμιση της ποιότητας και την ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα των πανεπιστημίων μας».

«Ως Υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας και ως κυβέρνηση, στεκόμαστε σταθερά δίπλα στα δημόσια πανεπιστήμια σε αυτή τη νέα φάση στην οποία εισέρχονται. Θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε μαζί τους, ώστε η υλοποίηση των ξενόγλωσσων προγραμμάτων να γίνει με τρόπο που να ενισχύει την αξιοπιστία, το κύρος και τη δυναμική της Ανώτερης Εκπαίδευσης σε διεθνές επίπεδο. Η Παιδεία μας αλλάζει και η Ανώτερη Εκπαίδευση γίνεται η γέφυρα της Κύπρου με τον κόσμο».

Τάσος Χριστοφίδης: Πρώτα πρέπει να ξεκαθαρισθεί τι ψήφισε η Βουλή

Το Economy Today επικοινώνησε με τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου, κ. Τάσο Χριστοφίδη, ο οποίος σημείωσε ότι το πανεπιστήμιο έχει ήδη ξεκινήσει την προεργασία για τα ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα προγράμματα αυτά «θα πρέπει πρώτα να περάσουν μέσα από μια διαδικασία εσωτερικών ελέγχων και εγκρίσεων από τα αρμόδια συλλογικά όργανα του πανεπιστημίου». Στη συνέχεια, θα υποβληθούν στον ΔΙΠΑΕ, που είναι ο φορέας πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών.

«Αυτές οι διαδικασίες θα απαιτήσουν αρκετό χρόνο», εκτιμά ο Πρύτανης. «Αν όλα εξελιχθούν ομαλώς, θα είμαστε σε θέση να προσφέρουμε τα πρώτα ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών τον Σεπτέμβριο του 2026. Βεβαίως το πιο ρεαλιστικό σενάριο θα είναι αυτό που προνοεί την προσφορά των προγραμμάτων τον Σεπτέμβριο του 2027».

Παρά την ψήφιση του νομοσχεδίου, ο κ. Χριστοφίδης υπογράμμισε ότι παραμένουν σημαντικά ζητήματα ανοικτά. «Θα πρέπει πρώτα να ξεκαθαρισθεί τι ακριβώς ψήφισε η Βουλή», ανέφερε χαρακτηριστικά, εξηγώντας ότι η νομοθεσία που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας «δεν είναι ακριβώς αυτή που συζητήθηκε και ψηφίστηκε αναφορικά με τα διατμηματικά προγράμματα σπουδών».

Όπως πρόσθεσε, δεν είναι ξεκάθαρο αν τα διατμηματικά προγράμματα μπορούν να προσφερθούν «χωρίς την (παράλογη κατά την άποψή μας) προϋπόθεση να προσφέρονται πρώτα και σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας. Θα πρέπει να γίνει σχετική διόρθωση και για τον σκοπό αυτό έχω αποστείλει σχετική επιστολή στην Υπουργό Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας».

«Το πρώτο μέτρο σε δρόμο μήκους εκατό μέτρων»

Ο κ. Χριστοφίδης είχε χαρακτηρίσει την ψήφιση του νομοσχεδίου ως «το πρώτο μέτρο σε δρόμο μήκους εκατό μέτρων». Όπως διευκρινίζει τώρα, η αναφορά αυτή σχετίζεται και με τους «αχρείαστους περιορισμούς που έχουν επιβληθεί στη νομοθεσία, που δεν θα τους συναντήσει κανείς σε καμιά άλλη χώρα».

«Ελπίζω ότι όταν θα προσφερθούν τα πρώτα προγράμματα και όλοι θα διαπιστώσουν ότι οι φοβίες και επιφυλάξεις αυτών που ήταν αντίθετοι στη δυνατότητα των δημοσίων πανεπιστημίων να προσφέρουν ξενόγλωσσα προγράμματα είναι αβάσιμες, τότε η Βουλή θα προχωρήσει σε τροποποίηση της νομοθεσίας ώστε να αφαιρεθούν όλοι αυτοί οι περιορισμοί που μας δυσκολεύουν και που σε τελική ανάλυση είναι και προσβλητικοί για τα δημόσια πανεπιστήμια».

Διεθνοποίηση με αστερίσκους

Η δυνατότητα προσφοράς ξενόγλωσσων προγραμμάτων θεωρείται κομβική για τη διεθνοποίηση των δημοσίων πανεπιστημίων. «Διεθνοποίηση ενός πανεπιστημίου χωρίς ξένους φοιτητές και προσωπικό δεν μπορεί να γίνει», σημειώνει ο κ. Χριστοφίδης, τονίζοντας ότι η εισαγωγή ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων αποτελεί σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.

Ο ίδιος υπενθυμίζει ότι τόσο το Πανεπιστήμιο Κύπρου όσο και το ΤΕΠΑΚ συμμετέχουν σε συμμαχίες ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, έτοιμες να προσφέρουν κοινά προγράμματα σπουδών «προφανώς στην αγγλική γλώσσα». Ωστόσο, όπως επισημαίνει, «το νέο πλαίσιο με όλους αυτούς τους περιορισμούς δεν είναι αρκετό ώστε να πετύχουμε τον στόχο της διεθνοποίησης. Όμως όταν απαλλαγούμε από τους ασφυκτικούς περιορισμούς, η προσφορά ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του αριθμού των ξένων φοιτητών μας».

Τέλος, υπογραμμίζει ότι η επιτυχής προσέλκυση ποιοτικών ξένων φοιτητών «απαιτεί και κάποια άλλα πράγματα, όπως ύπαρξη προσιτής στέγης και ύπαρξη αποτελεσματικών μέσων μαζικής μεταφοράς».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ