Εμπορικός Πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας: Μία οικονομική σκακιέρα με δασμούς, διλήμματα και δύσκολες ισορροπίες

Η αμερικανική οικονομία απορροφά τις επιπτώσεις και ενισχύει τα κρατικά έσοδα, ενώ η Κίνα επιδεικνύει ανθεκτικότητα με υψηλό κοινωνικό και παραγωγικό κόστος

Η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας δεν έχει καταφέρει, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, να οδηγήσει σε παγκόσμια ύφεση, ωστόσο πυροδοτεί βαθιές δομικές αλλαγές σε οικονομίες, κοινωνίες και γεωπολιτικές ισορροπίες. Εν μέσω αυτού του σκηνικού, η Ευρώπη επιχειρεί τη δική της αντεπίθεση μέσω τεχνολογικών επενδύσεων και στρατηγικής αυτονόμησης με το ACCC και την εθνική πρωτοβουλία για την παραγωγή μικροτσίπ.

Παρά την ανησυχία για αύξηση του πληθωρισμού και πλήγμα στην αγορά εργασίας, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποκομίσει σημαντικά φορολογικά έσοδα από τους δασμούς. Το β΄ τρίμηνο του 2025, τα έσοδα του αμερικανικού κράτους από τις εισαγωγές ανήλθαν στα 64 δισ. δολάρια, 47 δισ. υψηλότερα από την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Ο πληθωρισμός κινήθηκε ανοδικά στο 2,7%, αλλά μακριά από τα καταστροφολογικά σενάρια του 3% και άνω.

Ενώ οι καταναλωτές και οι εισαγωγείς αρχίζουν να νιώθουν την πίεση (έως και 2.800 δολάρια ετησίως κατά μέσο όρο ανά νοικοκυριό, σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο Γέιλ), η γενική εικόνα παραμένει θετική: η κατανάλωση παραμένει ισχυρή, οι εργοδότες συνεχίζουν να προσλαμβάνουν και οι εταιρείες παρουσιάζουν καλύτερα του αναμενόμενου κέρδη.

Το επιθετικό οικονομικό αφήγημα του Τραμπ ενισχύεται προς το παρόν, με τους περισσότερους εμπορικούς εταίρους να μην τολμούν αντίποινα, επιλέγοντας ρεαλισμό αντί ρήξης. Η στρατηγική αυτή δεν δείχνει ακόμη να καταλήγει σε «κραχ εμπορικών σχέσεων» τύπου Μεσοπολέμου, αλλά ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος παραμένει αμφίβολος.

Κίνα: Αντοχή με κοινωνικό και επιχειρησιακό κόστος

Η κινεζική οικονομία δείχνει αξιοσημείωτες αντοχές. Το β’ τρίμηνο κατέγραψε ρυθμό ανάπτυξης 5,2%, ενώ οι διεθνείς οίκοι αναβαθμίζουν τις προβλέψεις τους για το σύνολο του 2025 στο 5%. Όμως αυτή η ανάπτυξη έχει υψηλό κοινωνικό κόστος:

  • Μειώσεις μισθών σε κρατικές εταιρείες (π.χ. από 777 δολάρια σε 585 δολάρια τον μήνα)
  • Καθυστερήσεις πληρωμών ακόμη και σε βαριά ονόματα της εξαγωγικής βιομηχανίας
  • Εξασθενημένη εγχώρια ζήτηση και υποχώρηση τιμών παραγωγού κατά 3,6% (Ιούνιος)
  • Άνοδος μη εξυπηρετούμενων δανείων και πιέσεις στις τράπεζες να χορηγούν πιστώσεις

Η εγχώρια κατανάλωση παραμένει αναιμική, και η προσπάθεια του Πεκίνου να στηρίξει την οικονομία με διοχέτευση ρευστότητας και συγκράτηση τιμών μοιάζει περισσότερο με διαχείριση κρίσης παρά με στρατηγική ανάπτυξης. Ο αποπληθωρισμός, ο έντονος ανταγωνισμός και η φορολογική συρρίκνωση συμπιέζουν το αναπτυξιακό μοντέλο της Κίνας, με τις επιπτώσεις να επιδρούν ήδη στο κοινωνικό ιστό.

Η ευρωπαϊκή αντεπίθεση

Σε αυτό το ρευστό περιβάλλον, η Ε.Ε. επιδιώκει στρατηγική αυτονομία μέσα από την ενίσχυση της ψηφιακής και τεχνολογικής της υποδομής. Το νέο Κέντρο Ανάπτυξης Κυκλωμάτων (ACCC), σε συνεργασία με το ΗΕΓΙΑ και μη κερδοσκοπικούς, ερευνητικούς και βιομηχανικούς φορείς, προωθεί την παραγωγή μικροτσίπ (τσιπ) στην Ευρώπη, επιχειρώντας να απεξαρτηθεί από ασιατικές εισαγωγές.

Η κίνηση αυτή δεν είναι απλώς τεχνολογική ή αμυντική. Είναι κατεξοχήν γεωοικονομική: τα ηλεκτρονικά κυκλώματα και τα προηγμένα ημιαγωγά βρίσκονται στον πυρήνα της μελλοντικής κυριαρχίας.

Πηγή: newmoney.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ