ΕΚΤ: Υιοθετεί στρατηγική «βλέποντας και κάνοντας» λόγω της εμπορικής αβεβαιότητας (πίνακες)

Υποθέτοντας ένα σχετικά ευνοϊκό εμπορικό αποτέλεσμα, οι προβλέψεις των αναλυτών τοποθετούν τον πληθωρισμό στο 1,6% το 2026, επιστρέφοντας στο στόχο το 2027

Οι επενδυτές που προετοιμάζονται για τη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τον καθορισμό των επιτοκίων θα πρέπει επίσης να επικεντρωθούν σε μια πληθώρα οικονομικών εκθέσεων αυτή την εβδομάδα, προκειμένου να εκτιμήσουν την πορεία της νομισματικής πολιτικής.

Επειδή εξακολουθεί να υπάρχει αβεβαιότητα σχετικά με το εμπόριο, οι αξιωματούχοι στη Φρανκφούρτη θα εξετάσουν τις εκθέσεις για ενδείξεις σχετικά με την κατάσταση της Eυρωζώνης ενόψει των επαναλαμβανόμενων απειλών του Τραμπ για την επιβολή δασμών και άλλων γεωπολιτικών αναταραχών.

Οι εκθέσεις — από τις έρευνες για τα δάνεια έως την πρώιμη αξιολόγηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας τον Ιούλιο — δεν είναι πιθανό να τους αποτρέψουν από το να αναστείλουν τις μειώσεις των επιτοκίων για πρώτη φορά εδώ και ένα χρόνο. Ωστόσο, θα βοηθήσουν να καθοριστούν, εάν χρειάζονται, περαιτέρω μέτρα, ίσως όταν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής συνεδριάσουν ξανά τον Σεπτέμβριο, ή εάν η νομισματική χαλάρωση έχει τελειώσει.

Μετά από οκτώ μειώσεις κατά 0,25% που έφεραν το επιτόκιο καταθέσεων στο 2%, η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι ο κύκλος χαλάρωσης πλησιάζει στο τέλος του. Οι αξιωματούχοι εκτιμούν ότι βρίσκονται σε καλή θέση για να αντιμετωπίσουν την αυξημένη αβεβαιότητα, με το κόστος δανεισμού να βρίσκεται σε ουδέτερα επίπεδα που δεν περιορίζουν ούτε ωθούν την οικονομική δραστηριότητα.

Ανησυχώντας για τους αυξανόμενους κινδύνους, οι τράπεζες ανέφεραν προηγουμένως αυστηρότερα κριτήρια χορήγησης δανείων. Ωστόσο, η Ίζαμπελ Σνάμπελ δήλωσε ότι η τελευταία έρευνα αποκάλυψε μια διεγερτική επίδραση, καθώς το χαμηλότερο κόστος δανεισμού ενίσχυσε τη ζήτηση για στεγαστικά δάνεια.

Σύμφωνα με τον Φάμπιο Μπαλμπόνι της HSBC, ο τρέχων κύκλος θα δείξει τον αντίκτυπο των δασμών και της γεωπολιτικής αβεβαιότητας στη μετάδοση της πολιτικής της ΕΚΤ.

Σύμφωνα με τον αναλυτή του Bloomberg Economics, Ντέιβιντ Πάουελ, «η ΕΚΤ βρίσκεται σε κατάσταση αναμονής. Πιστεύουμε ότι αυτό θα οδηγήσει τελικά σε περαιτέρω χαλάρωση τον Σεπτέμβριο και τον Δεκέμβριο. Εν τω μεταξύ, αναμένουμε ότι η προσέγγιση μετά τη συνεδρίαση της 24ης Ιουλίου θα είναι παρόμοια με τη διατύπωση του Ιουνίου, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο πρόσθετων μειώσεων χωρίς να δεσμευτεί για αυτές».

Τα σχόλια μετά την τελευταία συνεδρίαση για τη χάραξη πολιτικής αποκάλυψαν διάφορες ανησυχίες του Διοικητικού Συμβουλίου για την οικονομία, η οποία επωφελήθηκε από την πρόωρη συγκέντρωση παραγγελιών από τις ΗΠΑ στην αρχή του έτους αλλά κατά τα άλλα παρουσίασε υποτονική ανάπτυξη.

Ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας, Φρανσουά Βιλερουά Nτε Γκαλό, προειδοποίησε για τον κίνδυνο υποβιβασμού του πληθωρισμού κάτω από το 2% για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, σηματοδοτώντας ανοιχτή στάση για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων.

Η Σίλκε Τόμπερ, αναλυτής νομισματικής πολιτικής στο γερμανικό οικονομικό ερευνητικό ινστιτούτο IMK, δήλωσε ότι οι μειώσεις των επιτοκίων μέχρι στιγμής δεν αρκούν για να αντιμετωπιστεί η οικονομική αδυναμία — ιδίως υπό το πρίσμα της φετινής ανατίμησης του ευρώ. Άλλοι αξιωματούχοι, ωστόσο, τονίζουν την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, με την Σνάμπελ να χαρακτηρίζει «πολύ υψηλό» το όριο για μια νέα κίνηση.

Η οικονομία ήταν πράγματι πολύ ισχυρότερη από ό,τι αναμενόταν το α’ τρίμηνο. Ωστόσο, καθώς η πρόωρη υλοποίηση των μέτρων αντιστρέφεται, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς Ντε Γκίντος προειδοποίησε ότι η ανάπτυξη θα είναι «σχεδόν μηδενική» το β’ και το γ’ τρίμηνο.

Η μηνιαία έρευνα των διαχειριστών προμηθειών της S&P Global και ο δείκτης επιχειρηματικής εμπιστοσύνης Ifo της Γερμανίας που θα δημοσιευθούν σύντομα θα ρίξουν λίγο φως στην επίδραση της εμπορικής αναταραχής που προκάλεσε ο Τραμπ και στο κατά πόσον διατηρείται η βασική πρόβλεψη της ΕΚΤ από τον Ιούνιο.

Υποθέτοντας ένα σχετικά ευνοϊκό εμπορικό αποτέλεσμα — πολύ μακριά από το δασμό 30% που απείλησε πρόσφατα ο Τραμπ — οι προβλέψεις αυτές τοποθετούν τον πληθωρισμό στο 1,6% το 2026, επιστρέφοντας στο στόχο το 2027. Η ανάπτυξη αναμένεται να επιταχυνθεί στο 1,3% το 2027.

Ένα βασικό ερώτημα είναι αν οι υψηλότερες δημόσιες δαπάνες στη Γερμανία και σε άλλα μέρη της Ευρώπης θα αντισταθμίσουν την αβεβαιότητα σχετικά με τους δασμούς και το ισχυρότερο ευρώ που πλήττουν την ανταγωνιστικότητα και ωθούν τον πληθωρισμό προς τα κάτω.

Πηγή: newmoney.gr

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ