Του Ξένιου Μεσαρίτη
Αντιδράσεις φέρνει η πρόταση της Κομισιόν για φορολόγηση των μεγάλων επιχειρήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με νομικούς κύκλους να κάνουν λόγο για παραβίαση εθνικής κυριαρχίας που δυνητικά ανοίγει το δρόμο για νέες επιβολές φορολογίας απευθείας από την Ευρώπη και υπόσκαψη της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας. Την ίδια ώρα γίνεται κάλεσμα από νομικούς που τοποθετούνται στο Economy Today για λήψη μέτρων από την κυπριακή πολιτεία.
Η πρόταση CORE
Στις 16 Ιουλίου 2025, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε πρόταση για πέντε νέους φόρους της ΕΕ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται ένας νέος φόρος για μεγάλες επιχειρήσεις με την ονομασία Corporate Resource for Europe (CORE). Ο CORE προτείνεται ως μια ετήσια κατ’ αποκοπήν συνεισφορά που θα επιβάλλεται σε κάθε μεγάλη εταιρεία της ΕΕ με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 100 εκατ. ευρώ. Η εισφορά αυτή θα κλιμακώνεται ανάλογα με τον κύκλο εργασιών, ως εξής:
- 100.000 € ετήσια εισφορά για εταιρείες με τζίρο 100 – 250 εκατ. ευρώ
- 250.000 € για τζίρο 250 – 500 εκατ. ευρώ
- 500.000 € για τζίρο 500 – 750 εκατ. Ευρώ
- 750.000 € για τζίρο 750 εκατ. ευρώ και άνω
Σύμφωνα με το άρθρο 3(1)(β) του σχεδίου απόφασης, η παραπάνω εισφορά αφορά κάθε εταιρική οντότητα ξεχωριστά (όχι σε επίπεδο ομίλου) και θα εισπράττεται από τα κράτη-μέλη για λογαριασμό της Ένωσης. Εκτιμάται ότι το μέτρο αυτό θα απέφερε περίπου 6,8 δισ. ευρώ ετησίως στα ταμεία της Ένωσης.
Το σκεπτικό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον CORE
Η πρόταση για τον CORE εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πακέτο νέων ιδίων πόρων που παρουσίασε η Πρόεδρος Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν μαζί με το σχέδιο προϋπολογισμού της ΕΕ για την περίοδο 2028-2034. Η ΕΕ αντιμετωπίζει αυξημένες δημοσιονομικές ανάγκες (άμυνα, πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, μεταναστευτικό, χρηματοδότηση Ουκρανίας κ.ά.), ενώ πρέπει παράλληλα να αρχίσει αποπληρωμή των χρεών που δημιουργήθηκαν με το έκτακτο ταμείο ανάκαμψης NextGenerationEU μετά την πανδημία. Σύμφωνα με την Κομισιόν, αν δεν εισαχθούν νέοι ίδιοι πόροι, είτε θα απαιτηθούν δυσβάσταχτες αυξήσεις στις συνεισφορές των κρατών μελών βάσει ΑΕΠ είτε μεγάλες περικοπές στα προγράμματα της ΕΕ. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η εισαγωγή νέων πηγών εισόδων θα μειώσει την επιβάρυνση των κρατών-μελών και θα διασφαλίσει βιώσιμη χρηματοδότηση για τις κοινές ευρωπαϊκές πολιτικές.
Αντιδράσεις – «Καμία νομική βάση για κάτι τέτοιο»
Η φιλόδοξη αυτή πρόταση, ωστόσο, προκάλεσε σχεδόν άμεσα αντιδράσεις από διάφορες πλευρές. Όπως σημειώνει η Politico, το σχέδιο της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να επιβάλει φόρο στις μεγάλες επιχειρήσεις της ΕΕ αντιμετωπίζει έντονο σκεπτικισμό και κινδυνεύει να μην υλοποιηθεί ποτέ, καθώς απαιτεί ομόφωνη έγκριση από τα κράτη-μέλη και σύμφωνη γνώμη του Ευρωκοινοβουλίου. Ήδη αρκετές κυβερνήσεις εξέφρασαν ανοιχτή αντίθεση. Χαρακτηριστική ήταν η αντίδραση από τη Γερμανία: ο αρχηγός της αντιπολίτευσης Φρίντριχ Μερτζ δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ότι «δεν τίθεται θέμα η Ευρωπαϊκή Ένωση να φορολογεί εταιρείες, καθώς δεν έχει καμία νομική βάση για κάτι τέτοιο».
Την ίδια αρνητική στάση κράτησε και η ολλανδική κυβέρνηση, με εκπρόσωπό της να ξεκαθαρίζει στην Politico ότι «για την Ολλανδία αυτό δεν συζητείται καν», υπογραμμίζοντας πως η ΕΕ θα πρέπει αντίθετα να περιορίσει τον προϋπολογισμό της αντί να αναζητά νέους φόρους. Ακόμη και σε χώρες του Νότου που γενικά τάσσονται υπέρ μεγαλύτερης ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, διπλωμάτες παραδέχονται (ανεπίσημα) ότι θα είναι «δύσκολο» να περάσει μια τέτοια πρόταση.
Διαφωνίες και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ενστάσεις διατυπώθηκαν και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ειδικά σε ό,τι αφορά τις πιθανές επιπτώσεις στις επιχειρήσεις. Η Μόνικα Χολμάιερ, ευρωβουλευτής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) και αντιπρόεδρος της Επιτροπής Προϋπολογισμών, δήλωσε πως αυτός ο νέος φόρος «έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις προσπάθειές μας να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ιδίως επιχειρήσεων μεσαίου μεγέθους».
Υπενθυμίζεται ότι η ίδια η φον ντερ Λάιεν έχει θέσει τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας ως κεντρικό στόχο της θητείας της, συνεπώς πολλοί ευρωβουλευτές, ακόμη και του δικού της πολιτικού χώρου, βλέπουν την πρόταση CORE ως αντιφατική. Την ώρα που η ΕΕ ιδρύει ένα νέο Ταμείο Ανταγωνιστικότητας για να βοηθήσει τη βιομηχανία (410 δισ. € προβλέπονται για την περίοδο 2028-34), δεν είναι λογικό να επιβαρύνονται οι ίδιες επιχειρήσεις με έναν επιπλέον οριζόντιο φόρο επί του κύκλου εργασιών τους. Μάλιστα, όπως επισημαίνεται, το όριο των 100 εκατ. € τζίρου δεν είναι τόσο υψηλό όσο φαίνεται – αρκετές εταιρείες μεσαίου μεγέθους στην Ευρώπη (mid-caps) προσεγγίζουν ή υπερβαίνουν αυτό το επίπεδο εσόδων και θα βρεθούν αντιμέτωπες με την εισφορά, ακόμα κι αν τα κέρδη τους είναι χαμηλά ή ανύπαρκτα. Η εισφορά CORE θα καταβάλλεται ανεξάρτητα από την κερδοφορία μιας εταιρείας, γεγονός που θεωρείται ιδιαίτερα προβληματικό σε όρους φορολογικής δικαιοσύνης.
Αντιδράσεις από επιχειρήσεις και την αγορά
Οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι εκπρόσωποι της αγοράς αντέδρασαν επίσης έντονα. Όπως αναφέρει η Politico, ο Markus Beyrer, γενικός διευθυντής της BusinessEurope (κύριας εργοδοτικής ένωσης στην ΕΕ), χαρακτήρισε την πρόταση «εντελώς αντιπαραγωγική», ενώ ο Stefan Pan, αντιπρόεδρος της ιταλικής Confindustria, προειδοποίησε ότι το όριο των 100 εκατ. € «εγκυμονεί κινδύνους για την ανάπτυξη και επέκταση καινοτόμων εταιρειών»p. Αντίστοιχα, η Tanja Gönner, γενική διευθύντρια του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI), κάλεσε την κυβέρνηση του Βερολίνου να απορρίψει κατηγορηματικά το μέτρο, υποστηρίζοντας ότι αντίκειται στους στρατηγικούς στόχους της ΕΕ για ενίσχυση της βιομηχανίας.
Επιχειρηματολογούν ότι πρόκειται ουσιαστικά για ένα «χαράτσι τζίρου» που θα πλήξει δυσανάλογα ορισμένους κλάδους, για παράδειγμα, εταιρείες με χαμηλό περιθώριο κέρδους (π.χ. λιανεμπόριο, σούπερ μάρκετ) θα επιβαρυνθούν το ίδιο με εταιρείες υψηλής κερδοφορίας, εφόσον ο τζίρος τους είναι ίδιος. Αυτό το κάνει έναν οριζόντια άδικο και παρωχημένο φόρο, υποστηρίζουν οι επικριτές, καθώς δεν λαμβάνει υπόψη τις διαφοροποιήσεις στην οικονομική κατάσταση και βιωσιμότητα κάθε επιχείρησης. Χαρακτηριστικά, ο οικονομολόγος Zsolt Darvas από το ινστιτούτο Bruegel σχολίασε ότι η ιδέα να φορολογείται ο κύκλος εργασιών αντί για τα κέρδη είναι «πολύ κακή», διότι «βάζει στο ίδιο καλάθι επιχειρήσεις με εντελώς διαφορετικά περιθώρια» και καταλήγει να λειτουργεί αντιαναπτυξιακά και άδικα.
Κίνδυνος για την φορολογική κυριαρχία των κρατών μελών
Σύμφωνα με νομικούς κύκλους που ασχολούνται με ευρωπαϊκά θέματα και καλέστηκαν να σχολιάσουν στο Economy Today αλλά θέλησαν να κρατήσουν την ανωνυμία τους «Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που εγείρει σοβαρά ζητήματα αρμοδιότητας και νομικής βάσης».
«Για πρώτη φορά η ΕΕ επιχειρεί να επιβάλει απευθείας εισφορά σε ιδιωτικές εταιρείες – ουσιαστικά έναν φόρο επί του τζίρου, κάτι που παραδοσιακά ανήκει στην φορολογική κυριαρχία των κρατών-μελών. Αυτό προκαλεί ερωτήματα ως προς τη συμβατότητα με τις Συνθήκες και σίγουρα θα δοκιμάσει τις αντοχές του ευρωπαϊκού οικοδομήματος».
«Παράλληλα, η οριζόντια αυτή επιβάρυνση δεν λαμβάνει υπόψη την κερδοφορία ή τις ιδιαιτερότητες κάθε επιχείρησης, γεγονός που μπορεί να υπονομεύσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων. Η Ευρώπη οφείλει να βρει ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη νέων πόρων και στη διατήρηση ενός ελκυστικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η πρόταση CORE, υπό την παρούσα μορφή, κινδυνεύει να ανατρέψει αυτή την ισορροπία.»
Π. Χριστοφίδης: Εξέταση με τη μορφή του κατεπείγοντος στη Βουλή
Μιλώντας στο Economy Today ο Παντελής Χριστοφίδης, Δικηγόρος και Επικεφαλής Τμήματος Ευρωπαϊκού και Κανονιστικού Δικαίου του Δικηγορικού Λ. Παπαφιλίππου υπογραμμίζει ότι το ζήτημα θα πρέπει να εξεταστεί άμεσα από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Συγκεκριμένα αναφέρει «Πρόκειται περί Νομοθετικής Πρότασης βήμα που θα ήταν θεμιτό, έχοντας υπόψην όχι μόνον τις επιπτώσεις στην Κυπριακή Οικονομία, αλλά πρωτίστως, επί Νομικών Αρχών, να εξεταστεί με την ένδειξη του κατεπείγοντος, από τη Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, εντός 8 εβδομάδων από την λήψη της Πρότασης στην Ελληνική γλώσσα, στη βάση της εφαρμογής των Αρχών της Επικουρικότητας και της Αναλογικότητας, και συγκεκριμένα του Πρωτοκόλλου (αριθ. 2) σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), έχοντας υπόψην την μη αναμενόμενη επιβολή φορολογίας που θα αποδίδεται στο σύνολο των πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Περαιτέρω, σημειώνει ότι «τίθενται ζητήματα για πιθανή παραβίαση της Αρχής της Ευνομούμενης Εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων ως προς τη σταθερότητα του νομικού Φορολογικού πλαισίου, αλλά, και πρακτικά της συμβατότητας της Πρότασης με το περιεχόμενο της Έκθεσης του κ. Μάριο Ντράγκι με τίτλο 'Το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας' ημερομηνίας 09 Σεπτεμβίου 2024 σχετικά με την ανάδειξη, ενδυνάμωση και προστασία της Ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Μιχάλης Αντωνίου: «Προκαλεί μούδιασμα – πλήττεται η ανταγωνιστικότητα»
Την έντονη ανησυχία της εργοδοτικής πλευράς στην Κύπρο εξέφρασε, μιλώντας στο Economy Today, ο Γενικός Διευθυντής της Ομοσπονδίας Εργοδοτών και Βιομηχάνων (ΟΕΒ), Μιχάλης Αντωνίου. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, «προκαλεί μούδιασμα η πρόταση της Κομισιόν», καθώς εισάγει μια νέα μορφή φορολογικής επιβάρυνσης που ενδέχεται να έχει άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Ο ίδιος τονίζει ότι «καμία φορολογία που έχει επίπτωση πάνω στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων δεν είναι ευπρόσδεκτη», και επισημαίνει πως ήδη οι επιχειρήσεις καλούνται να διαχειριστούν σημαντικές προκλήσεις που προκύπτουν από την ενεργειακή μετάβαση, την πράσινη φορολογία και τις δεσμεύσεις για απανθρακοποίηση.
«Η ανταγωνιστικότητα έχει ήδη πληγεί σημαντικά», αναφέρει, ενώ δηλώνει ότι η ΟΕΒ θα μελετήσει ενδελεχώς το πλήρες κείμενο της πρότασης στο αμέσως επόμενο διάστημα. Ωστόσο, αφήνει σαφώς να εννοηθεί ότι η πρώτη ανάγνωση του σχεδίου CORE δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας: «Σαφώς δεν είναι καλά νέα, όπως κάθε νέα φορολογία στις επιχειρήσεις».