Σε κοινή γραμμή προχωρούν δύο από τους μεγαλύτερους επενδυτικούς οίκους της Wall Street, η Citigroup και η JPMorgan, καθώς εκτιμούν ότι οι μετοχές που έχουν υστερήσει από την αρχή του έτους μπορούν να προσφέρουν γρήγορα, βραχυπρόθεσμα κέρδη, με φόντο την αποκλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων.
Όπως αναφέρουν οι επικεφαλής των τμημάτων equity trading των δύο τραπεζών, το επενδυτικό ενδιαφέρον επικεντρώνεται στους κλάδους μικρής κεφαλαιοποίησης, στον εξοπλισμό (hardware) τεχνολογίας και στους κατασκευαστές κατοικιών, που εμφανίζουν σαφή υστέρηση έναντι του ευρύτερου δείκτη S&P 500 στο τελευταίο ανοδικό σκέλος της αγοράς.
«Πολλοί διαχειριστές κεφαλαίων και traders που δεν πρόλαβαν να μπουν στο πρόσφατο ράλι είναι πλέον υπο-επενδυμένοι και διαθέτουν σημαντική ρευστότητα για να τοποθετηθούν στους “καθυστερημένους” (laggards) του δείκτη», σημειώνει ο Stuart Kaiser, επικεφαλής στρατηγικής equity trading στις ΗΠΑ για τη Citigroup.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η Citi προτείνει επιπλέον την τοποθέτηση σε εταιρείες με αδύναμο ισολογισμό, οι οποίες μπορεί να ωφεληθούν πρόσκαιρα από την αλλαγή του επενδυτικού κλίματος, καθώς και σε κλάδους που έχουν υποστεί πιέσεις από την επιβολή δασμών, όπως ο εξοπλισμός τεχνολογίας και τα διαρκή καταναλωτικά αγαθά.
Η αύξηση του ενδιαφέροντος προέρχεται εν μέρει από συστημικούς επενδυτές (CTAs) και διαχειριστές διακριτικής ευχέρειας, που φέρεται να επανεξετάζουν τη στάση τους έναντι των μετοχών μετά από σημαντική μείωση της έκθεσής τους τις προηγούμενες εβδομάδες.
Ταυτόχρονα, η κάλυψη short θέσεων σε δείκτες όπως ο Russell 2000, που περιλαμβάνει κυρίως εταιρείες μικρής κεφαλαιοποίησης, αναμένεται να δημιουργήσει επιπλέον αγοραστική δυναμική.
Ο Andrew Tyler, επικεφαλής παγκόσμιας στρατηγικής αγορών της JPMorgan, συνιστά την αξιοποίηση παραγώγων (derivatives) για έκθεση σε κλάδους που έχουν πληγεί, όπως το λιανεμπόριο και τα καταναλωτικά αγαθά, όπου υπάρχει πιθανότητα για short squeeze, δηλαδή κατακόρυφη άνοδος λόγω βεβιασμένης κάλυψης θέσεων από επενδυτές που είχαν ποντάρει στην πτώση.
«Οποιοδήποτε short squeeze είναι πιθανό να οδηγήσει σε υπεραπόδοση των μετοχών μικρής και μεσαίας κεφαλαιοποίησης», σημειώνεται στο εβδομαδιαίο δελτίο της JPMorgan.
Παρά την αισιοδοξία για βραχυπρόθεσμα κέρδη, δεν λείπουν οι επιφυλάξεις από θεσμικούς επενδυτές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα (long). Ο Thomas Martin από την Globalt Investments τονίζει πως οι μικρές εταιρείες και όσες έχουν ευάλωτους ισολογισμούς παραμένουν εκτεθειμένες, καθώς τα επιτόκια διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα και η ανάπτυξη επιβραδύνεται.
«Δεν έχουμε βγει από το “τούνελ” σε ό,τι αφορά τους δασμούς. Μπορεί να είναι μια καλή βραχυπρόθεσμη ευκαιρία, αλλά όχι για διαχειριστές που κοιτούν σε ορίζοντα πολλών ετών», σημειώνει.
Υπενθυμίζεται ότι οι μετοχές μικρής κεφαλαιοποίησης είχαν καταγράψει «άλμα» όταν εξελέγη ο Ντόναλντ Τραμπ, καθώς οι αγορές ανέμεναν ότι ο προστατευτισμός θα τις ωφελούσε. Ωστόσο, άλλες προτάσεις του, όπως οι αυστηροί μεταναστευτικοί νόμοι, ενδέχεται να αυξήσουν το εργατικό κόστος και να πιέσουν εταιρείες που βασίζονται στην εγχώρια αγορά.
Παρά τις ανησυχίες, οι τάσεις της αγοράς δείχνουν «στροφή» των επενδυτών προς πιο φθηνές και υποτιμημένες μετοχές. Ο δείκτης Goldman Sachs Weak Balance Sheet Index, που παρακολουθεί τις 50 πιο υπερχρεωμένες εταιρείες, έχει ξεπεράσει τον S&P 500 στις 7 από τις 8 τελευταίες συνεδριάσεις.
Ο Dennis Debusschere της 22V Research εκτιμά πως το μεγάλο χάσμα αποτίμησης μεταξύ των πιο ευάλωτων μετοχών και εκείνων, που χαρακτηρίζονται ως υψηλής ποιότητας, δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για σύντομες ανατιμήσεις.
«Δεδομένου του πόσο επιβαρύνθηκαν οι μικρές εταιρείες από τους δασμούς στην Κίνα, το συγκεκριμένο group έχει το μεγαλύτερο περιθώριο ανόδου βραχυπρόθεσμα», υπογραμμίζει σε ενημερωτικό σημείωμα.
Πηγή: newmoney.gr
- Διαβάστε επίσης: Ο «ταύρος» που βλέπει το Bitcoin στο ένα εκατ. δολ.